Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2011

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΕ για τον Κρητικό

 
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Ποια συναισθήματα γεννά στον αφηγητή - ήρωα η Φεγγαροντυμένη;
Η εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης αφήνει κατάπληκτο τον Κρητικό, ο οποίος έχοντας ήδη απορήσει από τη γαλήνη που ξαφνικά επικράτησε στη φύση «Κάτι κρυφό μυστήριο στένεψε τή φύση», εντυπωσιάζεται από τη μοναδική ομορφιά της γυναικείας μορφής. «τρεμε τό δροσάτο φς στή θεϊκιά θωριά της» κι από την πρωτόφαντη δύναμή της που κατορθώνει μ’ ευκολία να επιβληθεί στη φύση «Κί δειξε πάσαν μορφιά και πάσαν καλοσύνη. / Τότε πό φς μεσημερνό νύχτα πλημμυρίζει». Η παρουσία μιας γυναίκας που μπορεί να στέκεται πάνω στο νερό χωρίς η επιφάνειά του να υποχωρεί στο ελάχιστο και η μοναδική ομορφιά της οποίας συνδυάζεται με άπειρη καλοσύνη και ταπεινοσύνη, συναρπάζει τον ήρωα που αδυνατεί να εξηγήσει το εξαίσιο αυτό θέαμα. Τον εντυπωσιάζει μάλιστα ακόμη περισσότερο το γεγονός ότι η μορφή αυτή στρέφεται σ’ εκείνον σα να υπάρχει μεταξύ τους μια μαγνητική σχέση «Τέλος σ’ μέ πού βρίσκομουν μπρός της μές στά ρεθρα, / Καταπώς στέκει στο Βοριά πετροκαλαμίθρα / χι στήν κόρη, λλά σ’ μέ τήν κεφαλή της κλίνει». Η αίσθηση ότι η υπέροχη αυτή γυναίκα δείχνει ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον για εκείνον δημιουργεί μεγάλη συναισθηματική ένταση στον Κρητικό που δεν μπορεί να απομακρύνει το βλέμμα του και τη σκέψη του απ’ αυτήν «Τήν κοίταζα ο βαριόμοιρος, μ’ κοίταζε κι κείνη». Ο ποιητής εδώ, γνωρίζοντας την ιδιαιτερότητα της ανθρώπινης ψυχολογίας, βάζει τη Φεγγαροντυμένη να προσηλώνεται στον Κρητικό μιας και ο έρωτας για να γεννηθεί ισχυρός χρειάζεται την αίσθηση της αμοιβαιότητας. Ο Κρητικός έχει εκπλαγεί από την ομορφιά της θεϊκής μορφής, αλλά αυτό δε θα επαρκούσε για να τη νιώσει κοντά στην ψυχή του, χρειάζεται και η αίσθηση ότι η γυναίκα αυτή νοιάζεται κι ενδιαφέρεται για εκείνον για να ευοδωθεί η δημιουργία εντονότερων συναισθημάτων. Η Φεγγαροντυμένη, άλλωστε, αποτελεί μία από τις δοκιμασίες του Κρητικού, γι’ αυτό και ο ποιητής φροντίζει να τις προσφέρει όλα τα στοιχεία εκείνα που θα μπορούσαν να δελεάσουν τον ήρωά του.
Ο Κρητικός όχι μόνο εντυπωσιάζεται από την ομορφιά της Φεγγαροντυμένης, αλλά αισθάνεται κιόλας ότι η μορφή της του είναι οικεία από το παρελθόν κι επιχειρεί να ανακαλέσει στη μνήμη του την αρχή της οικειότητας αυτής. Οι πιθανές επιλογές που προβάλλει ο ήρωας, αναφέρονται σε τρεις σημαντικούς τομείς της ζωής του: τη θρησκεία, τον έρωτα και τη μητρική αγάπη. «λεγα πώς τήν εχα δε πολύ καιρόν πίσω, / Κάν σέ ναό ζωγραφιστή μέ θαυμασμό περίσσο, / Κάνε τήν εχε ρωτικά ποιήσει λογισμός μου, / Κάν τ’ νειρο, ταν μ’ θρεφε τό γάλα τς μητρός μου.» Η Φεγγαροντυμένη έρχεται να καλύψει κάθε ανάγκη του ήρωα και να απαντήσει σε κάθε αναζήτηση της ψυχής του είτε πρόκειται για την ανάγκη της πίστης είτε για την ερωτική έλξη είτε και για τη βαθύτερη εκείνη ανάγκη της μητρικής παρουσίας.
Ο Κρητικός αισθάνεται ήδη δυνατή έλξη για τη Φεγγαροντυμένη, συγκλονίζεται όμως όταν συνειδητοποιεί ότι η θεϊκή αυτή γυναίκα είναι σε θέση να διαβάσει τους πόνους της ψυχής του και μπορεί να νιώσει τους καημούς του χωρίς εκείνος να χρειάζεται να της πεί τίποτα. «Κι νιωθα πώς μο διάβαζε καλύτερα τό νο μου / Πάρεξ ν θελε τς π μέ θλίψη το χειλιο μου.» Μπροστά σε αυτό το επίπεδο κατανόησης και αποδοχής ο Κρητικός λυγίζει κι αρχίζει να κλαίει, όχι γιατί λυπόταν, αλλά γιατί ένιωθε βαθύτατα συγκλονισμένος από το γεγονός ότι η θεϊκή γυναίκα μπορούσε να εισχωρήσει στην ψυχή του και να γνωρίσει κάθε μύχια σκέψη του «Βρύση γινε τό μάτι μου κι μπρός του δέν θώρα, / Κι χασα ατό τό θεϊκό πρόσωπο γιά πολλή ρα / Γιατί κουγα τά μάτια της μέσα στα σωθικά μου». Η Φεγγαροντυμένη αναδεικνύεται πλέον στην ιδανική γυναίκα – σύντροφο και κερδίζει τον έρωτα του Κρητικού, ο οποίος βρίσκει στο πρόσωπό της όλα όσα μπορούσε να ζητήσει. Η διείσδυση στην ψυχή του Κρητικού επιτρέπει στη Φεγγαροντυμένη να επηρεάσει καταλυτικά τον ήρωα και να συμβάλει έτσι στη ριζική αλλαγή της προσωπικότητάς του.
Ο ήρωας αισθάνεται έλξη, έρωτα και θαυμασμό για τη θεϊκή γυναίκα, αλλά δεν ξεχνά την αγαπημένη του γι’ αυτό και ζητά τη βοήθειά της για να καταφέρει να τη σώσει «Βόηθα, Θεά, τό τρυφερό κλωνάρι μόνο νά ‘χω». Η Φεγγαροντυμένη μπροστά σε αυτή την παράκληση θα υποχωρήσει και θα φύγει, αναγνωρίζοντας τη μεγάλη αγάπη του Κρητικού για την κόρη κι αποδεχόμενη έτσι την αδυναμία της να τον απομακρύνει από το στόχο του να σώσει την αρραβωνιαστικιά του «χαμογέλασε γλυκά στόν πόνο τς ψυχς μου, / Κι δάκρυσαν τά μάτια της, κι μοιαζαν τς καλς μου / χάθη, λιά μου! λλ’ κουσα το δάκρυου της ραντίδα». Η Φεγγαροντυμένη υποχωρεί, και ο Κρητικός που έχει από την αρχή θεωρήσει ως θετική για εκείνον τη θεϊκή μορφή αδυνατεί να αντιληφθεί τους αρνητικούς της σκοπούς. Ο Κρητικός εκλαμβάνει το δάκρυ της ως έκφραση συμπάθειας και κατανόησης, βλέποντας μάλιστα στο πρόσωπό της την καλή του. Η Φεγγαροντυμένη όμως εξαρχής έχει παρουσιαστεί με σκοπό να πλανέψει τον ήρωα και δεν αποτελεί ένα θετικό πρόσωπο. Με τον ίδιο τρόπο ο Κρητικός δε θα καταφέρει να αντιληφθεί την αρνητική λειτουργία του γλυκύτατου ήχου και θα καμφθεί εξίσου κι από το δεύτερο πειρασμό.
Ο Κρητικός έχοντας ξεγελαστεί από τη Φεγγαροντυμένη κι έχοντας αισθανθεί πολύ μεγάλη αγάπη και θαυμασμό για εκείνη, θα μπει σε μια διαδικασία αλλαγής εξαιτίας της. «γώ πό κείνη τή στιγμή δέν έχω πλιά τό χέρι, / Π’ γνάντευεν γαρηνό κι γύρευε μαχαίρι». Ο Κρητικός έχοντας έρθει σ’ επαφή με τη μοναδική δύναμη της Φεγγαροντυμένης κι έχοντας αισθανθεί στην ψυχή του τη λυτρωτική δράση της κατανόησης και της αποδοχής που του χάρισε η θεϊκή μορφή, αποβάλλει τα αρνητικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του κι επιχειρεί μια ριζική αναμόρφωση στη ζωή του. Το γεγονός ότι ο ήρωας δεν κατόρθωσε να αντιληφθεί την αρνητική προδιάθεση της θεϊκής μορφής, δεν αναιρεί την αλήθεια των συναισθημάτων του και την ουσιαστική επίδραση που είχε η Φεγγαροντυμένη στην ψυχή του.
Η Φεγγαροντυμένη αποτέλεσε την πρώτη δοκιμασία – πειρασμό που αντιμετώπισε ο ήρωας, κι ενώ επιχείρησε να τον πλανέψει για να τον απομακρύνει από το στόχο του, τελικά εκείνο που κατόρθωσε ήταν να συμβάλει στη θετική αλλαγή του ήρωα.

Ο Κρητικός, προσδοκώντας να συναντήσει την αρραβωνιαστικιά του στον «Παράδεισο», ξεπερνά τα όρια του Χρόνου. Να σχολιάσετε την παραπάνω άποψη.

Ο Σολωμός θέλοντας να τονίσει την ένταση της αγάπης που ο Κρητικός αισθάνεται για την κόρη, επιτρέπει στον ήρωά του να ξεπεράσει τα όρια του χρόνου και να συνεχίσει την αναζήτηση της αγαπημένης του ακόμη και πέρα από το θάνατο. Ο Κρητικός, τινάζοντας το σάβανο, βρίσκεται στην κοιλάδα όπου από στιγμή σε στιγμή θα πραγματοποιηθεί η Έσχατη Κρίση και ψάχνει να βρει την κόρη, η οποία με τη σειρά της αναζητά εκείνον. Αν η ελευθερία με την οποία ο ποιητής ενώνει το γήινο κόσμο με τον κόσμο των ψυχών δεν αποτελεί την πιο τολμηρή πρωτοβουλία του, τότε αυτή σίγουρα είναι το γεγονός ότι επιτρέπει την ύπαρξη γήινων συναισθημάτων στις αιθέριες ψυχές. Οι ψυχές βρίσκονται ελάχιστες μόλις στιγμές προτού ξεκινήσει η Έσχατη Κρίση κι όμως αυτό δεν τις εμποδίζει από το να αναζητούν η μία την άλλη με την αγάπη εκείνη που τις ένωνε όταν ακόμη κατείχαν τη γήινη υπόστασή τους και ήταν δέσμιες όλων των ανθρώπινων συναισθημάτων.
Ο ποιητής δε θέλει να δεχτεί ότι η ανθρώπινη υπόσταση αλλάζει ριζικά κατά τη μετάβασή της στον άλλο κόσμο, και το κυριότερο δε θέλει να δεχτεί ότι μια αγνή και πανίσχυρη αγάπη μπορεί να χαθεί με το θάνατο του θνητού σώματος. Ο ποιητής θέλει να πιστεύει ότι η αγάπη διασώζεται και συνεχίζει την αιώνια πορεία της μαζί με την ψυχή. Για το λόγο αυτό επιτρέπει στον ήρωά του να περάσει από τη χρονική διάσταση της γης στην άχρονη διάσταση του άλλου κόσμου, διατηρώντας ακέραια την αγάπη του για την κόρη, ενώ παράλληλα έχει ήδη επιτρέψει το ίδιο και στην κόρη, η οποία παρά το γεγονός ότι ψάχνει το θνητό της σώμα για να επιστρέψει σε αυτό αμέσως μετά την Έσχατη Κρίση, ψάχνει παράλληλα και για τον αγαπημένο της.
Η αγάπη αυτή άλλωστε που κατορθώνει να διασώζεται ακόμη και στην άχρονη διάσταση του θανάτου, είναι τόσο εμφανώς δυνατή, ώστε γίνεται σαφές ότι η απώλεια της κόρης κόστισε πολύ στον ήρωα του ποιήματος. Ο Κρητικός αγαπούσε τόσο πολύ την κόρη, ώστε ο μόνος τρόπος για να φτάσει κατά τη διάρκεια του ναυαγίου στο σημείο να μην κατορθώσει να τη σώσει, είναι να ήρθε αντιμέτωπος με δοκιμασίες υπεράνθρωπες και ακατανίκητες, και αυτό ακριβώς συνέβη.

Πώς ερμηνεύεται, κατά την άποψή σας, η εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης στο ποίημα;

Παρά τις άφθονες ερμηνείες που έχουν δοθεί για την εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης, η θεϊκή αυτή μορφή θα πρέπει να εκλαμβάνεται όπως και ο γλυκύτατος ήχος, ως μία δοκιμασία που πρέπει να αντιμετωπίσει ο ήρωας. Όπως ο γλυκύτατος ήχος αποτελεί έκφανση της ομορφιάς και της αρμονίας της φύσης, έτσι και η Φεγγαροντυμένη δίνεται από τον ποιητή ως ο συγκερασμός της εξιδανικευμένης ομορφιάς της φύσης και ως μέσο πλανέματος του ήρωα. Η πληθώρα, άλλωστε, των ερμηνειών βασίζεται στα χαρακτηριστικά της θεϊκής μορφής, από τα οποία κάθε μελετητής επιλέγει ένα κι επιχειρεί να εξηγήσει την παρουσία της Φεγγαροντυμένης με βάση αυτό. Η Φεγγαροντυμένη όμως δεν είναι μόνο έκφραση θρησκευτικότητας, μόνο μετουσίωση του έρωτα και της ομορφιάς ή μόνο η ενανθρώπιση της πατρίδας και της ελευθερίας. Η Φεγγαροντυμένη εμπεριέχει όλα αυτά τα στοιχεία καθώς διαμορφώνεται από τον ποιητή με τρόπο που να καλύπτει όλες τις ανάγκες κι όλες τις επιθυμίες του Κρητικού. Ο ποιητής δημιουργεί για τον ήρωά του την ιδανική γυναίκα, δίνοντάς της ομορφιά και καλοσύνη και συσχετίζοντάς τη με κάθε άλλη εσωτερική αναζήτηση του ήρωά του. Η θεϊκή μορφή έχει τη δύναμη να κατανοεί απόλυτα τη συναισθηματική πάλη του ήρωα με τις επώδυνες αναμνήσεις του, είναι παράλληλα τόσο όμορφη που μοιάζει σα να έχει βγει από κάποια ερωτική οπτασία του Κρητικού, και ταυτόχρονα του θυμίζει τη μητρική φροντίδα αλλά και την αγνότητα κάποιας θρησκευτικής μορφής. Η Φεγγαροντυμένη έχει υπερβατική δύναμη και μπορεί να επιβάλλεται ακόμη και στην ίδια τη φύση, έχει όμως και τη ταπεινοσύνη που την καθιστά ανθρώπινη και προσιτή στον ήρωα. Είναι υπερβολικά όμορφη, όχι όμως ανοίκεια στον ήρωα, καθώς το πρόσωπό της του θυμίζει την αγαπημένη του. Είναι, επομένως, ένας τέλειος συνδυασμός όλων των στοιχείων που αποζητά η ψυχή του ήρωα, με σκοπό όμως να κάμψει την αντίστασή του και να τον απομακρύνει από τον αρχικό του στόχο.

Από το Βιβλίο του Καθηγητή σ.52-57

Ποιες απόψεις του ποιητή, διαφαίνονται από τον 5ο στίχο και εξής του 2ου μέρους; Να σχολιαστούν.

Η πρόδρομη αυτή αφήγηση που έρχεται ως συνειρμική αντίδραση του Κρητικού στην ανάμνηση του χαμού της κόρης «Μά τήν ψυχή πού μ’ καψε τόν κόσμο παρατώντας», δίνει την ευκαιρία στον ποιητή να αξιοποιήσει τη χριστιανική παράδοση για μια νέα ύπαρξη του ανθρώπου πέρα από τη γήινη υπόστασή του. Ο Σολωμός έχει βαθιά θρησκευτική συνείδηση και δε διστάζει να ενοποιήσει τη θνητή ύπαρξη του ανθρώπου με την αιώνια που θα αποκτηθεί μετά την έσχατη κρίση, δηλώνοντας έτσι την πεποίθησή του πώς η υπόσχεση του χριστιανισμού για μια μελλοντική επιβράβευση είναι για τον ίδιο μια αναμφισβήτητη βεβαιότητα. Ο Σολωμός πιστεύει στην έσχατη κρίση και στην μετά θάνατο ύπαρξη του ανθρώπου και θέτει αυτή την πίστη του σε λειτουργία όταν βοηθά τον ήρωά του να περάσει τα χρονικά όρια για να μπορέσει να αναζητήσει την αγαπημένη του στην Κοιλάδα Ιωσαφάτ. Στα πλαίσια της αφήγησης η πρόδρομη αφήγηση δηλώνει πέρα από κάθε αμφιβολία την αγάπη που αισθάνεται ο ήρωας για την κόρη και ενισχύει έτσι έμμεσα την ένταση των δοκιμασιών που θα απαιτηθούν για να κάμψουν την αγάπη αυτή. Σε ό,τι αφορά όμως τον ίδιο τον ποιητή, το γεγονός ότι περνά την αφήγησή του μέχρι τη στιγμή που οι ψυχές βρίσκονται ελάχιστα πριν από την τελευταία κρίση, δηλώνει απερίφραστα τη βαθιά πίστη του στα κηρύγματα του χριστιανισμού. Παρουσιάζει έτσι μια ονειρική κατάσταση των ψυχών, χωρίς αισθήματα αγωνίας ή φόβου, με την Έσχατη Κρίση να δίνεται περισσότερο ως μια απλή αναμονή παρά ως μια τρομακτική στιγμή. Η ψυχή της αγαπημένης του Κρητικού παρουσιάζεται με όλη την ομορφιά και την αγνότητά της να ψέλνει χαροποιά και να ανυπομονεί να επιστρέψει στο κορμί της. Ο Σολωμός αφαιρεί από την Έσχατη Κρίση την ένταση που θα περίμενε κανείς από μια τόσο σημαντική στιγμή και διαχέει παντού ένα συναίσθημα χαρούμενης προσμονής. Η επιβλητική παρουσίαση που δίνεται για την Έσχατη Κρίση από τα ιερά βιβλία του χριστιανισμού, αποκτά στον Κρητικό μια απρόσμενη ηπιότητα αν και σ’ αυτό βοηθά το γεγονός ότι ο ποιητής παρουσιάζει τις στιγμές που προηγούνται και δε φτάνει στην παρουσίαση του ίδιου του γεγονότος.
Ο Σολωμός μας μεταφέρει τη δική του εικόνα για το πώς θα είναι οι ψυχές των ανθρώπων τη στιγμή της αναμονής, τη διάθεση που θα επικρατεί, αλλά και το δέσιμο που θα έχουν ακόμη με τα εγκόσμια. Η αγάπη, η πραγματική αγάπη, φαίνεται πως για τον ποιητή ξεπερνά την απουσία της υλικής υπόστασης των ανθρώπων και φτάνει βαθιά ως την ψυχή τους, περνώντας έτσι το φράγμα του θανάτου και διασώζεται πέρα ως την αιωνιότητα. Ο ποιητής αρνείται να δεχτεί ότι ο θάνατος του σώματος σημαίνει παράλληλα και το θάνατο όλων εκείνων των όμορφων συναισθημάτων που κοσμούν την ανθρώπινη ψυχή, γι’ αυτό και αρνείται να θυσιάσει την αγνή αγάπη. Τόσο ο Κρητικός όσο και η κόρη, συνεχίζουν να αγαπούν ο ένας τον άλλο έστω κι αν έχει επέλθει ο θάνατος της γήινης υπόστασής τους. Η κόρη, στιγμές μόνο προτού πραγματοποιηθεί η Έσχατη Κρίση, όχι μόνο ανυπομονεί να επιστρέψει στο σώμα της, αλλά συνεχίζει να αποζητά και να αναζητά τον αγαπημένο της.

Από το Βιβλίο του Καθηγητή, σ.43-46


Ποια επίδραση ασκεί η φύση στον εσωτερικό κόσμο του Κρητικού; Να αναπτύξετε τις απόψεις σας.

Η παρουσία της φύσης στην ποιητική αυτή σύνθεση κυριαρχεί κι επηρεάζει καταλυτικά τον εσωτερικό κόσμο του ήρωα. Η τρικυμία, η εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης και ο γλυκύτατος ήχος αποτελούν τις τρεις εκφάνσεις του φυσικού κόσμου με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπος ο Κρητικός.
Η τρικυμία, που βρίσκεται σε συνάρτηση με το ναυάγιο και την κατάληξη του ήρωα μαζί με την αγαπημένη του στη θάλασσα, αποτελεί περισσότερο δομικό στοιχείο του αφηγηματικού πλαισίου παρά βασική δοκιμασία του Κρητικού. Ο ήρωας αναγνωρίζει τον κίνδυνο που εκπροσωπεί η τρικυμία και βρίσκεται σε πλήρη εγρήγορση για να διασφαλίσει την ασφάλεια της κόρης, άλλωστε, ακόμη κι όταν η θαλασσοταραχή κοπάσει, μετά την εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης, ο ήρωας συνεχίζει να κολυμπά με ένταση «Στο πλέξιμο τό δυνατό χτύπος τς καρδις μου / (Κι ατό μο τ’ αξαιν’) κρουζε στήν πλεύρα τς κυρς μου», καθώς γνωρίζει ότι πρέπει με κάθε τρόπο να απομακρυνθεί από τη θάλασσα. Η τρικυμία αποτελεί δομικό στοιχείο του αφηγηματικού πλαισίου, υπό την έννοια ότι η ιστορία του ποιήματος ξεκινά με τον ήρωα ναυαγό και συνεχίζει με βάση αυτό το δεδομένο για να μας παρουσιάσει στη συνέχεια τις δύο βασικές δοκιμασίες: τη Φεγγαροντυμένη και τον γλυκύτατο ήχο. Η αντιμετώπιση του κινδύνου της θάλασσας είναι βέβαια η πρώτη δοκιμασία αλλά δεν είναι τόσο ουσιαστική υπό την έννοια ότι η δυσκολία που θέτει στον ήρωα είναι προφανής και ο ήρωας γνωρίζει πώς πρέπει να αντιδράσει. Συνοπτικά, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι η πρώτη αλληλεπίδραση της φύσης με τον ήρωα του υποβάλλει την αίσθηση του κινδύνου και τον αναγκάζει να παλέψει για να σώσει την αγαπημένη του. Η πρώτη αυτή δοκιμασία καθορίζει και τον αντικειμενικό στόχο του Κρητικού, ο οποίος είναι να φτάσει με ασφάλεια την κόρη στην ακτή.
Η δεύτερη παρουσίαση της φύσης στον ήρωα συντελείται μ’ έναν εντελώς μυστικιστικό τρόπο, όπου η ομορφιά, η θελκτικότητα και η δύναμη της φύσης μετουσιώνονται σε μια θεϊκή γυναικεία μορφή που προορισμό της έχει να κάμψει τη θέληση του ήρωα και να τον αποτρέψει από τη σωτηρία της κόρης. Η μορφή της Φεγγαροντυμένης, αποτελώντας την απόλυτη δυνατή έκφραση της ομορφιάς και της καλοσύνης, παρασύρει τον ήρωα σε μια εσωτερική διαδρομή αναδόμησης της προσωπικότητάς του. Ο ήρωας αισθάνεται μια ασυγκράτητη έλξη για τη Φεγγαροντυμένη καθώς αναγνωρίζει σε αυτήν μια υπερβατική δύναμη που συνδυάζει την αγαθοσύνη της θρησκείας, την ωραιότητα του φυσικού κόσμου, την πνευματικότητα μιας θεότητας και τη θελκτικότητα μιας εξιδανικευμένης θηλυκότητας. Ο ήρωας ερχόμενος αντιμέτωπος με τη μορφή αυτή που μοιάζει ικανή να καλύψει κάθε πιθανή ανάγκη κι επιθυμία του, συγκλονίζεται και θέτει σε αμφισβήτηση στοιχεία του χαρακτήρα του που μέχρι πρότινος αποτελούσαν τον πυρήνα της υπόστασής του. «γώ πό κείνη τή στιγμή δέν χω πλιά τό χέρι, / Π’ γνάντευεν γαρηνό κι γύρευε μαχαίρι.» Ο Κρητικός αποβάλλει τη βιαιότητα που κυριαρχούσε στην ψυχή του και τον οδηγούσε σε μια διαρκή αγωνιστική διάθεση κι επιλέγει την αναζήτηση της γαλήνης και της αγαθότητας. Η Φεγγαροντυμένη αποτελεί τη δεύτερη δοκιμασία που παρουσιάζεται στον ήρωα και του προκαλεί τόσο έντονα συναισθήματα που μοιάζει σχεδόν βέβαιο ότι ο ήρωας θα λησμονήσει τον αρχικό του σκοπό και θα αφεθεί στο κάλεσμα της απόλυτα θελκτικής μορφής, βγαίνοντας ουσιαστικά ηττημένος από την αναμέτρησή του με τη δοκιμασία που του παρουσιάζει η ομορφιά της φύσης. Ο ήρωας εντούτοις δεν κάμπτεται σε τέτοιο βαθμό που να ξεχάσει την αγαπημένη του κι αυτό γίνεται εμφανές από την παράκληση που κάνει στη Φεγγαροντυμένη: «Βόηθα, Θεά, τό τρυφερό κλωνάρι μόνο νά’ χω∙ / Σέ γκρεμό κρέμουμαι βαθύ, κι ατό βαστ μονάχο.». Ο ήρωας παρά την ακατανίκητη έλξη που αισθάνεται για τη θεϊκή μορφή, δεν αφήνει από τη σκέψη του την αγαπημένη του και φτάνει στο τέλος της αναμέτρησής του με την πρώτη αυτή έκφανση της ομορφιάς, έχοντας ακόμη κατά νου τη διάσωση της κόρης. Η Φεγγαροντυμένη, επομένως, παρά το γεγονός ότι θα αλλάξει δραστικά την ψυχοσύνθεση του ήρωα και παρά το συγκλονισμό που θα του προκαλέσει, δε θα κατορθώσει να κάμψει τη θέλησή του για τη σωτηρία της αγαπημένης του.
Την εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης θα διαδεχτεί η κυριαρχία σε όλο το φυσικό περιβάλλον ενός γλυκύτατου ήχου που θα μαγέψει κυριολεκτικά την ψυχή του ήρωα. Τόσο η Φεγγαροντυμένη όσο και ο γλυκύτατος ήχος, αποτελούν παρόμοιες δοκιμασίες υπό την έννοια ότι αντιπροσωπεύουν τη θελκτική όψη της φύσης σε αντίθεση με την τρικυμία που εκφράζει τη βίαιη διάστασή της. Κι ενώ η τρικυμία θέτει αυτόματα τον ήρωα σε επαγρύπνηση καθώς ο κίνδυνος είναι ορατός και δεδομένος, η Φεγγαροντυμένη και ο γλυκύτατος ήχος παραπλανούν τον ήρωα, παρουσιάζοντας μια θετική έκφανση της φύσης, και δεν του επιτρέπουν να αναγνωρίσει τον κίνδυνο που κρύβεται στο κάλεσμά τους. Ο ήρωας θα εξαπατηθεί από την φαινομενικά ευεργετική δράση της Φεγγαροντυμένης και του γλυκύτατου ήχου και θα χάσει την αγαπημένη του.
Ο γλυκύτατος ήχος, η έκφραση της ομορφιάς της φύσης μέσα από μία ηχητική αρμονία που κατορθώνει να διαπεράσει τις αντιστάσεις του ήρωα, είναι η τρίτη και τελευταία δοκιμασία που καλείται να αντιμετωπίσει ο Κρητικός. Ο ήχος λειτουργεί με διαφορετικό τρόπο από τη Φεγγαροντυμένη, δεν απευθύνεται στην όραση του ήρωα, αλλά μέσω της ακοής πυροδοτεί ένα ισχυρό ξεδίπλωμα της μνήμης, γυρνώντας τον ήρωα στις ευτυχισμένες στιγμές του παρελθόντος του. Ο ήρωας αισθάνεται τον ήχο αυτό ως το ωραιότερο άκουσμα και σ’ αυτό συντείνουν και οι μαγευτικές αναμνήσεις που επανέρχονται σταδιακά με τη βοήθεια των συνειρμών που του προκαλεί η μελωδία του ήχου. Ο ήρωας παγιδεύεται σ’ αυτή την αρμονία, που ξυπνώντας τις μνήμες του παρελθόντος κατορθώνει να μετουσιώσει όλη την αγάπη που έχει για την πατρίδα του, όλη τη νοσταλγία που αισθάνεται σε μια συναισθηματική δίνη που υπερκαλύπτει κάθε τι άλλο «Μ’ δραχνεν λη τήν ψυχή, καί νά ‘μπει δέν μπόρει / ορανός, κι θάλασσα, κι κρογιαλιά, κι κόρη». Ό,τι δεν κατόρθωσε η Φεγγαροντυμένη, το πετυχαίνει ο γλυκύτατος ήχος που συγκλονίζει σε τέτοιο βαθμό την ψυχή του ήρωα ώστε τίποτε δε μοιάζει ικανό να τον απομακρύνει από τη μαγεία που του ασκεί. Ούτε το φτάσιμο στην ακτή, ούτε η κόρη δεν μπορούν να ξεπεράσουν τη δύναμη του γλυκύτατου ήχου, ο οποίος είναι τόσο θελκτικός για τον ήρωα ώστε θα μπορούσε ακόμη κι από το σώμα του να αποσχιστεί για να τον ακολουθήσει. Ίσως εδώ να μπορούμε να τοποθετήσουμε και τον πνιγμό της κόρης, μιας και η παραδοχή του ήρωα είναι σαφής, τίποτε δεν μπορούσε να μπει στην ψυχή του πέραν από τη μαγεία του ήχου, ούτε καν η αγαπημένη του.

Για ποιο λόγο ο αφηγητής λέει: «Πιστέψετε π’ ό,τι θα πω είν’ ακριβή αλήθεια»; Τι θέλει να τονίσει;

Η διήγηση που θα ακολουθήσει περιέχει γεγονότα που δύσκολα μπορούν να γίνουν πιστευτά –τόσο η εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης, όσο και ο γλυκύτατος ήχος που κατέλαβε την ψυχή του ήρωα, ξεπερνούν τη λογική και μοιάζουν περισσότερο με μυθεύματα. Ο αφηγητής, όμως, θέλει να τον πιστέψουν καθώς μόνο υπό αυτή την προϋπόθεση η ιστορία του μπορεί να γίνει αντιληπτή στη σωστή της διάσταση. Ο ήρωας αγαπούσε την αρραβωνιαστικιά του περισσότερο από οτιδήποτε άλλο -αυτό μας το υποδεικνύει η πρόθεσή του να συνεχίσει να την αναζητά ακόμη και μετά το θάνατό του- γι’ αυτό και ο μόνος λόγος για τον οποίο δεν κατόρθωσε να τη σώσει ήταν γιατί ήρθε αντιμέτωπος με υπεράνθρωπες δοκιμασίες. Μια τόσο δυνατή αγάπη δε θα μπορούσε να καμφθεί μπροστά σε συνηθισμένες προκλήσεις και ο ήρωας ήταν πραγματικά διατεθειμένος να παλέψει με όλο του το είναι για να σώσει την αγαπημένη του.
Ο αφηγητής, επομένως, έχει επίγνωση ότι η περιπέτεια που πρόκειται να διηγηθεί μοιάζει απίστευτη γι’ αυτό και ορκίζεται για την αλήθεια των όσων έζησε. Εκείνο, όμως, που κυρίως ενδιαφέρει τον ποιητή είναι να αθωώσει τον ήρωά του που βαρύνεται με την απώλεια της κόρης. Ο Κρητικός ηττήθηκε από τις δοκιμασίες που του παρουσιάστηκαν μόνο και μόνο γιατί αυτές ήταν πάνω από τα ανθρώπινα μέτρα κι ο μόνος τρόπος για να κατανοήσουμε τον πόνο του ήρωα είναι να δεχτούμε την αλήθεια των λεγομένων του και να βιώσουμε μαζί του την ένταση των δοκιμασιών – πειρασμών που θα μας διηγηθεί.

Πώς επιβεβαιώνεται στον Κρητικό η διαπίστωση ότι στην ποίηση του Σολωμού προβάλλεται η γυναικεία μορφή, η οποία περιβάλλεται από μυστήριο και πνευματικότητα;

Στον Κρητικό ο Σολωμός μας παρουσιάζει δύο γυναικείες μορφές: την αρραβωνιαστικιά του Κρητικού και τη Φεγγαροντυμένη. Η αγαπημένη του ήρωα χαρακτηρίζεται κυρίως για την αγνότητά της και αποκτά υπόσταση μέσω της μεγάλης αγάπης που έχει γι’ αυτή ο Κρητικός. Έχει βέβαια σημαντικό ρόλο στο ποίημα, καθώς για εκείνη ο ήρωας υπομένει τις δοκιμασίες, αλλά δεν αποκτά τη διάσταση πρωταγωνιστικού προσώπου μιας και ο ποιητής προτιμά να επικεντρώσει την προσοχή του στη γυναικεία μορφή που εγκλωβίζει τόσο τον ήρωα όσο και τους αναγνώστες. Το γυναικείο πρόσωπο επομένως που χαρακτηρίζεται από μυστήριο και πνευματικότητα είναι σαφώς η Φεγγαροντυμένη για την οποία ο ποιητής επιφυλάσσει κεντρική θέση στην ποιητική του σύνθεση και φροντίζει να την καταστήσει μια από τις πλέον αινιγματικές μορφές του ποιητικού του έργου εν γένει.
Η Φεγγαροντυμένη αποτελεί για τον ήρωα του ποιήματος έναν από τους πειρασμούς που οφείλει να ξεπεράσει για να μπορέσει να σώσει την αγαπημένη του, κι ενώ θα μπορούσε να μας έχει δοθεί από τον ποιητή ως μια ελκυστική γυναίκα που δοκιμάζει την αφοσίωση του ήρωα, ο ποιητής προτίμησε να την κοσμήσει με όλες τις δυνατές αρετές, δημιουργώντας μια από τις θελκτικότερες μορφές της λογοτεχνίας μας. Η Φεγγαροντυμένη διαθέτει σχεδόν θεϊκή δύναμη, καθώς κατορθώνει με την παρουσία της όχι μόνο να γαληνέψει τη φύση, αλλά και να φωτίσει τη νύχτα με φως μεσημεριού, μπορεί να στέκεται στην επιφάνεια του νερού αλλά και να διαβάζει τις σκέψεις του ήρωα. Η Φεγγαροντυμένη διαθέτει ασύγκριτη ομορφιά και απόλυτη καλοσύνη, κατορθώνει να γνωρίσει σε βάθος τον Κρητικό, χωρίς όμως να του επιτρέψει να μάθει ή να καταλάβει οτιδήποτε για εκείνη. Ο ποιητής δημιουργεί την ιδανική γυναίκα για τον ήρωά του, η οποία έρχεται ως απάντηση σε όλες του τις ανάγκες. Είναι όμορφη, καλόψυχη, μπορεί να νιώσει ακόμη και τις πιο μύχιες ανησυχίες του, τον συμπονά και του προκαλεί συναισθήματα ερωτικά. Παράλληλα, όμως, του είναι τόσο οικεία που του φέρνει στο νου τη μητρική φροντίδα αλλά και τη θρησκευτική κατάνυξη. Σε κάθε αναζήτηση της ψυχής του Κρητικού, η Φεγγαροντυμένη αποτελεί την ιδανική απάντηση, κι αυτό είναι που τον παγιδεύει τόσο απόλυτα.
Αν η αρραβωνιαστικιά του είναι η γυναίκα που ο ήρωας αγαπά χωρίς μέτρο, η Φεγγαροντυμένη είναι η γυναίκα που έρχεται και συναρπάζει την ψυχή του σε λίγες μόλις στιγμές, του προσφέρει την υπόσχεση μιας συναισθηματικής πλήρωσης και μιας δίχως προηγούμενο κατανόησης. Η Φεγγαροντυμένη είναι ο απόλυτος ερωτικός πειρασμός, κυρίως γιατί γνωρίζει τους πόνους του Κρητικού και του προσφέρει τη γαλήνη που τόσο χρειάζεται. Ό,τι επιθυμεί ο ήρωας, ό,τι τον απασχολεί και ό,τι έχει ανάγκη, μπορεί να το βρει στη Φεγγαροντυμένη, κι αυτό είναι που την καθιστά τόσο ιδανική και της επιτρέπει να έχει μια τόσο καταλυτική επίδραση στην ψυχή του ήρωα.

Πώς λειτουργεί, κατά την άποψή σας, η αντίθεση ανάμεσα στην «ομορφιά της φύσης» και το «θάνατο της κόρης» (στ. 45 κ.ε.);

Υπό την επίδραση του γλυκύτατου ήχου η φύση αποκτά μία ακατανίκητη έλξη και ο Κρητικός παγιδεύεται χωρίς να μπορεί να αποσπαστεί από τον έλεγχο που ασκεί στην ψυχή και στη θέλησή του η ομορφιά του ήχου. Τίποτε δεν μπορεί να συγκριθεί με τη γοητεία του ήχου αυτού και ο ήρωας είναι πλήρως παραδομένος στο κάλεσμά του μέχρι τη στιγμή που ο ήχος ξαφνικά σταματά. Τότε ο ήρωας κατορθώνει να φτάσει ως το ακρογιάλι, χαρούμενος γιατί πιστεύει ότι κατόρθωσε να σώσει την αγαπημένη του, διαπιστώνει όμως ότι η κοπέλα έχει ήδη πεθάνει. Στο κλείσιμο του ποιήματος ο Σολωμός δημιουργεί από τη μία πλευρά μια από τις ωραιότερες λυρικές του εικόνες, με τη φύση να κατακλύζεται από τη γητειά ενός απροσδιόριστα υπέροχου ήχου και από την άλλη διαψεύδει τις προσδοκίες του ήρωά του με το θάνατο της αγαπημένης του. Η αντίθεση εδώ είναι πολύ έντονη κι έρχεται να αποκαλύψει την πλάνη που είχε δημιουργήσει στον ήρωα η θετική όψη της φύσης με τη γαλήνη που της παρείχε η εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης και με την έλξη που της προσέδωσε ο ήχος. Η ομορφιά της φύσης λειτούργησε εις βάρος του ήρωα με το να τον ξεγελάσει και να κάμψει τη θέλησή του να αντισταθεί και να παλέψει για τη σωτηρία της αγαπημένης του. Ενώ με την καταιγίδα ήταν προφανές ότι η κόρη κινδύνευε και ότι ο ήρωας έπρεπε να αφιερώσει όλες του τις δυνάμεις για να τη διαφυλάξει, δεν ήταν εξίσου εμφανές ότι το γαλήνεμα της φύσης, η θεϊκή ομορφιά της Φεγγαροντυμένης και η μαγεία του ήχου, θα δημιουργούσαν θανάσιμο κίνδυνο για την κόρη. Η θετική εικόνα της φύσης πλάνεψε τον ήρωα και τον ανάγκασε να μειώσει την προσπάθεια που κατέβαλε για τη διάσωση της κόρης, γεγονός που κατέληξε στο θάνατό της. Χαρακτηριστικό ως προς αυτό είναι το σημείο όπου ο ήρωας παραδέχεται ότι η έλξη που του ασκούσε ο ήχος ήταν τόσο έντονη ώστε: Μ’ δραχνεν λη τήν ψυχή, και νά ‘μπει δεν μπόρει / ορανός, κι θάλασσα, κι κρογιαλιά, κι κόρη.
Ο ήρωας έχει σε τέτοιο σημείο παραδοθεί στο κάλεσμα του ήχου ώστε δεν μπορεί πια να σκεφτεί τίποτε άλλο, ούτε το φτάσιμο στην ακρογιαλιά ούτε την ασφάλεια της αγαπημένης του. Η παραπλανητικά θετική πλευρά της φύσης ξεγελά τον ήρωα και του στερεί τη γυναίκα που αγαπούσε όσο τίποτε άλλο. Με την αντίθεση, επομένως, ανάμεσα στην ομορφιά που διατρέχει τη φύση και στο θάνατο της κόρης, ο ποιητής θέλει να τονίσει την αντίθεση που υπάρχει ανάμεσα στη φαινομενικά θετική εικόνα της φύσης και στον αρνητικό ρόλο που τελικά επιτέλεσε. Το ενδιαφέρον στοιχείο, άλλωστε, του Κρητικού είναι πως η ουσιαστική δοκιμασία του ήρωα δε συντελείται την ώρα που παλεύει με την καταιγίδα, αλλά από τη στιγμή που θα αντικρύσει τη Φεγγαροντυμένη και ύστερα όταν ο γλυκύτατος ήχος θα εγκλωβίσει την ψυχή του. Η δοκιμασία δηλαδή του ήρωα πραγματοποιείται από εκφάνσεις της ομορφιάς που παρουσιάζονται στον ήρωα ως θετικές δυνάμεις, αλλά στην ουσία αποσκοπούν να τον απομακρύνουν από τον αρχικό του στόχο. Η ομορφιά σε αυτό το ποίημα έχει στην πραγματικότητα αρνητικό χαρακτήρα κι ο ήρωας δεν κατορθώνει να διακρίνει τον κίνδυνο που κρύβεται στις θελκτικές δυνάμεις της φύσης.

Ποιες εικόνες του ποιήματος προετοιμάζουν την εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης;

Η Φεγγαροντυμένη αποτελεί τον πρώτο πειρασμό – δοκιμασία που θα αντιμετωπίσει ο ήρωας του ποιήματος και ο ποιητής επιθυμεί να καταστήσει σαφές ότι η μορφή αυτή διαθέτει μοναδική δύναμη και εξαιρετική ομορφιά. Ο Κρητικός θα μαγευτεί από τη Φεγγαροντυμένη και η πρόθεση του ποιητή είναι να δικαιολογήσει τον ήρωά του παρουσιάζοντας την ακατανίκητη έλξη που ασκεί η θεϊκή γυναίκα σε οτιδήποτε βρίσκεται γύρω της. Ο ποιητής, άλλωστε, μας έχει υποδείξει στην αρχή του 2ου μέρους στα πλαίσια της πρόδρομης αφήγησης, ότι ο ήρωας αγαπά τόσο πολύ την αρραβωνιαστικιά του που πρόκειται να συνεχίσει να την αναζητά ακόμη και μετά το θάνατό του όταν θα έχει έρθει πια η ώρα της έσχατης κρίσης. Για να μπορέσει επομένως ο ποιητής να αιτιολογήσει την αδυναμία του Κρητικού απέναντι στη Φεγγαροντυμένη, οφείλει να μας δείξει ότι η μορφή αυτή διαθέτει την ικανότητα να επιδρά καταλυτικά σε κάθε τι και για να επιτύχει κάτι τέτοιο ξεκινά να προβάλλει τη σχεδόν θεϊκή της δύναμη προτού καν εμφανιστεί μπροστά στον ήρωα.
Η πρώτη εικόνα που μας παρουσιάζει ο Σολωμός είναι το ξαφνικό γαλήνεμα της θάλασσας, η οποία ενώ λόγω της καταιγίδας βρίσκεται σε πλήρη αναταραχή και μοιάζει με νερό που κοχλάζει, ξαφνικά ησυχάζει και γίνεται γαλήνια και διαυγής.
Η ηρεμία μάλιστα του νερού της θάλασσας δίνεται με μια υπέροχη παρομοίωση από τον ποιητή που την παρουσιάζει σαν ευωδιαστό περιβόλι. Καθώς, δηλαδή, το νερό ηρέμησε πλήρως τότε άρχισαν να καθρεφτίζονται πάνω του τα αστέρια του ουρανού κι έτσι η θάλασσα άρχισε να μοιάζει με περιβόλι του οποίου τα άνθη δεν ήταν άλλα από τα αστέρια του ουρανού. Με την εικόνα αυτή ο ποιητής κατορθώνει να αποδώσει με μοναδικό τρόπο την απόλυτη γαλήνη που επικράτησε στη θάλασσα, χρησιμοποιώντας την αντίθεση ανάμεσα στην ταραχή της θάλασσας και στο τόσο έντονο γαλήνεμά της που αντανακλά πλέον τα αστέρια, για να μας προετοιμάσει για την εμφάνιση μιας ασυνήθιστα δυνατής παρουσίας.
Όπως λέει ο ποιητής κάποιο κρυφό μυστήριο ανάγκασε τη φύση να στολιστεί με κάθε ομορφιά και να αφήσει το θυμό της. Πέρα δηλαδή από το γαλήνεμα της θάλασσας ο ποιητής μας επισημαίνει ότι η επερχόμενη εμφάνιση της θεϊκής μορφής ανάγκασε τη φύση να εγκαταλείψει την έντασή της, τερματίζοντας την καταιγίδα και επιβάλλοντας μια θελκτική γαλήνη παντού. Για να τονίσει μάλιστα τη γαλήνη που επικρατεί παντού παρουσιάζει μια αγαπημένη του εικόνα, την οποία μας έχει παρουσιάσει και στους Ελεύθερους Πολιορκημένους. Δεν υπάρχει, μας λέει ο ποιητής, στον ουρανό καμία πνοή, καμία κίνηση του ανέμου, ούτε καν σαν την απειροελάχιστη κινητικότητα που δημιουργεί το φτερούγισμα μιας μέλισσας όταν πλησιάζει κάποιο λουλούδι.
Η επικείμενη εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης έχει επιφέρει ένα απόλυτο γαλήνεμα στη φύση, και μάλιστα κοντά στην αγαπημένη του Κρητικού καθρεφτίζεται το φεγγάρι, το οποίο παρουσιάζεται φωτεινό και ολοστρόγγυλο. Η εικόνα του φεγγαριού, σε αντίθεση με όλη την υπόλοιπη φύση, χαρακτηρίζεται από κινητικότητα: «σειότουν τ’ λοστρόγγυλο και λαγαρό φεγγάρι», καθώς ο ποιητής θέλει να στρέψει την προσοχή του ήρωά του σ’ αυτό το σημείο της θάλασσας, μιας και στο σημείο εκείνο, στο σημείο όπου καθρεφτίζεται το φεγγάρι, θα εμφανιστεί η θεϊκή μορφή, στολισμένη με το φως του φεγγαριού.

Να σχολιάσετε τη λειτουργία των παρενθετικών στίχων.

Οι παρενθετικοί στίχοι 5-18 στο δεύτερο μέρος του Κρητικού (Λάλησε, Σάλπιγγα! κι γώ το σάβανο τινάζω...) αποτελούν μια προληπτική αφήγηση, ένα πέρασμα στο απώτερο μέλλον του ήρωα, στο οποίο ο Κρητικός αναζητά την αγαπημένη του στην Κοιλάδα Ιωσαφάτ, τη στιγμή που έχει ξεκινήσει η ανάσταση των νεκρών και θα γίνει η Έσχατη Κρίση των ψυχών. Ο λόγος για τον οποίο ο ποιητής αισθάνεται την ανάγκη να προσθέσει στη σύνθεσή του τους στίχους αυτούς είναι γιατί θέλει να καταδείξει με σαφή τρόπο την ένταση της αγάπης που αισθάνεται ο Κρητικός για την κόρη που πέθανε. Οι δοκιμασίες που θα περάσει ο ήρωας του ποιήματος αποκτούν ουσιαστικότερο νόημα όταν είναι δεδομένο ότι ο ήρωας αγαπά την αρραβωνιαστικιά του όσο τίποτε άλλο στον κόσμο, γιατί έτσι φαίνεται ότι ο αγώνας που θα δώσει με τα κύματα της θάλασσας αλλά και με τους πειρασμούς, είναι αγώνας ζωής και θανάτου. Ο ποιητής φροντίζοντας να μας δείξει ότι ο Κρητικός αγαπά υπέρμετρα την κόρη, ενισχύει την αξία της προσπάθειας του ήρωά του και παράλληλα καθιστά πιο τραγική των απώλεια που αισθάνεται ο ήρωας όταν στο τέλος αποτυγχάνει.
Χάρη στην προληπτική αυτή αφήγηση ο αναγνώστης κατανοεί στην πορεία του ποιήματος ότι ο Κρητικός πάλεψε με τους πειρασμούς με όλη τη δύναμη της ψυχής του και αντιστάθηκε στο θελκτικό κάλεσμα της θεϊκής μορφής και του γλυκύτατου ήχου όσο περισσότερο μπορούσε. Ο θάνατος της κόρης επήλθε ύστερα από μια υπεράνθρωπη προσπάθεια του ήρωα και ο πόνος που του προκάλεσε ήταν αντίστοιχος της τεράστιας προσπάθειας που κατέβαλε να τη σώσει. Διαβάζοντας, επομένως, στην αρχή του ποιήματος την πρόθεση του Κρητικού να συνεχίσει να αναζητά την αγαπημένη του ακόμη και μετά το θάνατο του σώματός του, περιμένουμε ότι στα πλαίσια του ναυαγίου θα κάνει πραγματικά ό,τι μπορεί για να διαφυλάξει την αγαπημένη του και κατανοούμε ότι η απώλειά της θα έχει υψηλό κόστος για τον ήρωα. Ο ποιητής, λοιπόν, με το να δηλώνει την ένταση της αγάπης που αισθάνεται ο ήρωας για την κόρη, τονίζει έμμεσα την ένταση των πειρασμών που αντιμετώπισε ο ήρωας και κατόρθωσαν να τον κάμψουν. Ένας άνθρωπος που νιώθει μια τόσο δυνατή αγάπη δε θα έχανε το σθένος του παρά μόνο αν ερχόταν αντιμέτωπος με πραγματικά πολύ δυνατές δοκιμασίες.
Δεν πρέπει να μας διαφεύγει άλλωστε ότι ο ήρωας προχωρά στην προληπτική αυτή αφήγηση αμέσως μόλις αναφέρεται στο θάνατο της κόρης. Η αφήγησή του αυτή έρχεται επομένως και ως ένα είδος απολογίας του ήρωα, ο οποίος θέλει να διαβεβαιώσει τους ακροατές της ιστορίας του ότι η κόρη που πέθανε ήταν και είναι η αγάπη της ζωής του και ότι ο θάνατός της του προκάλεσε έναν πόνο που δεν βρήκε ποτέ του παρηγοριά. Ο ήρωας κατανοεί ότι ο θάνατος της κόρης τον βαραίνει και γι’ αυτό ο ποιητής θα φροντίσει να παρουσιάσει με τον πλέον εντυπωσιακό τρόπο την ένταση των δοκιμασιών που ο ήρωας κλήθηκε να αντιμετωπίσει.


Ποια στοιχεία προσδίδουν αφηγηματικό χαρακτήρα στο ποίημα;

Ο Κρητικός ξεκινά μ’ ένα ρήμα σε χρόνο παρατατικό (κοίταα) δίνοντας από την αρχή την αίσθηση ότι όσα θα ειπωθούν έχουν ήδη συμβεί στο παρελθόν και κάποιος μας τα διηγείται. Έπειτα, ο ήρωας του ποιήματος ζητά να τον πιστέψουν για όσα θα πει και μάλιστα ορκίζεται για την αλήθεια της ιστορίας του (Πιστέψετε π’ ,τι θα π εν’ κριβή λήθεια...) γεγονός που αν συνδυαστεί με την πληροφορία που μας δίνει στη συνέχεια ότι τώρα πια ζητιανεύει από τους διαβάτες, τότε μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ο ήρωας αφηγείται την ιστορία αυτή στα πλαίσια της επαιτείας του. Μέσα από τον όρκο του ήρωα άλλωστε μαθαίνουμε ότι η αγαπημένη του έχει ήδη χαθεί, οπότε γίνεται σαφές από την αρχή κιόλας ότι ο ήρωας διηγείται την ιστορία του σ’ ένα μεταγενέστερο χρονικό σημείο όταν όλα έχουν ήδη τελειώσει.
Η ιστορία του Κρητικού επομένως μας δίνεται σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση από τον ίδιο τον ήρωα που έχοντας ήδη βιώσει τις σημαντικές αυτές περιπέτειες έχει αφήσει τον αγωνιστικό του χαρακτήρα κι έχει καταφύγει στην επαιτεία. Ο ήρωας φροντίζει να μας δώσει με πρόδρομες αφηγήσεις αλλά και με αναδρομές στο παρελθόν όλα τα στοιχεία της ιστορίας του από την εποχή που ζούσε στην Κρήτη μέχρι το άδοξο παρόν του που τον βρίσκει να ζητιανεύει στους δρόμους μιας πόλης που δεν κατονομάζεται. Η τεχνική που ακολουθεί ο ποιητής με τις διαρκείς αναχρονίες στην αφήγηση είναι ιδανική για τη διατήρηση του ενδιαφέροντος των αναγνωστών και φυσικά είναι παρμένη από τα αφηγηματικά κείμενα τα οποία αποφεύγουν να δίνουν τα γεγονότα μιας ιστορίας με τη σειρά που έγιναν ώστε να μην κουράζουν τους αναγνώστες.
Τον αφηγηματικό χαρακτήρα του ποιήματος ενισχύει και η ύπαρξη περιστατικών που συνθέτουν την πλοκή της ιστορίας και ξεδιπλώνουν την πορεία που ακολούθησε η αλλαγή του ήρωα. Το ναυάγιο, η εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης, ο γλυκύτατος ήχος και η απώλεια της κόρης, αποτελούν τα βασικά επεισόδια που συνθέτουν την εξέλιξη της ιστορίας και στηρίζουν την αφηγηματική πράξη.
Ενδιαφέρουσα, παράλληλα, είναι η συσχέτιση που επιδιώκει και επιτυγχάνει ο ποιητής με τον Ερωτόκριτο του Κορνάρου. Ο Σολωμός μιμείται τη στιχουργία του Ερωτόκριτου χρησιμοποιώντας το ίδιο μέτρο αλλά και τον ίδιο τρόπο ομοιοκαταληξίας (ζευγαρωτή), δημιουργώντας μάλιστα επιπλέον δεσμούς με το αφηγηματικό αυτό αριστούργημα της κρητικής λογοτεχνίας μέσω του περιπετειώδους χαρακτήρα της δικής του αφήγησης. Ο Κρητικός αν και κατά πολύ συντομότερος από τον Ερωτόκριτο, διαθέτει εντούτοις αρκετά στοιχεία περιπέτειας, καθιστώντας σαφή την προσπάθεια του Σολωμού να τιμήσει το έργο του Κορνάρου.

Πώς λειτουργεί ο όρκος στο ποίημα (στ. 2-4 του 2ου μέρους);

Μά τές πολλές λαβωματιές που μφαγαν τά στήθια,
Μά τούς συντρόφους ππεσαν στην Κρήτη πολεμώντας,
Μά τήν ψυχή πού μ’ καψε τον κόσμο παρατώντας.

Ο Κρητικός αισθάνεται την ανάγκη να ορκιστεί προκειμένου να τον πιστέψουν όσοι ακούν την ιστορία του, κι αυτό γιατί όσα πρόκειται να διηγηθεί είναι τόσο εκπληκτικά που δύσκολα θα γίνουν πιστευτά. Πέρα από το ναυάγιο, το οποίο δεν αποτελεί κάτι το ασυνήθιστο, τόσο η εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης όσο και ο γλυκύτατος ήχος ξεπερνούν κατά πολύ τα πλαίσια του εφικτού κι αυτό οδηγεί κατ’ ανάγκη στη δυσπιστία των ακροατών. Για να μπορέσει όμως να λειτουργήσει η ιστορία του Κρητικού, για να μπορέσει δηλαδή να φανεί ο αγώνας που έδωσε για τη σωτηρία της αγαπημένης του και να γίνουν κατανοητοί οι λόγοι που τον οδήγησαν στην αποτυχία της προσπάθειάς του, πρέπει να γίνουν πιστευτές οι δοκιμασίες που πέρασε ο ήρωας.
Ο όρκος, επομένως, είναι σημαντικός υπό την έννοια ότι η ιστορία που θα ακολουθήσει έχει νόημα μόνο αν γίνει πιστευτή όπως ακριβώς θα την αφηγηθεί ο ήρωας. Παράλληλα, μέσα από τον όρκο παίρνουμε ουσιώδεις πληροφορίες για τον ήρωα που ορκίζεται σε όσα θεωρεί απολύτως σημαντικά για τον ίδιο. Ορκίζεται, λοιπόν, ο Κρητικός στις λαβωματιές του αλλά και στους συντρόφους του που έχουν ήδη σκοτωθεί στην Κρήτη, γεγονός που αποκαλύπτει την έντονα αγωνιστική φύση του ήρωα, ο οποίος, όπως και σύντροφοί του, έχει αφιερώσει τη ζωή του στην απελευθέρωση της πατρίδας του. Η ταυτότητα του αγωνιστή θα ανατραπεί στην πορεία κι ο όρκος αυτός κάνει ακόμη πιο αισθητή την αλλαγή που θα επέλθει στον ήρωα ύστερα από την εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης αλλά κι ύστερα από τη συνολική περιπέτεια που θα ζήσει. Επιπλέον, ο ήρωας ορκίζεται στην αγαπημένη του που πέθανε κι η απώλεια αυτή τον συγκλόνισε. Η αξία αυτής της αναφοράς είναι ιδιαίτερα σημαντική καθώς ήδη από τη στιγμή του όρκου μαθαίνουμε ότι η κοπέλα δε θα επιζήσει του ναυαγίου και παράλληλα γίνεται σαφές ότι ο ήρωας αφηγείται την ιστορία του σε κάποια μεταγενέστερη χρονική στιγμή, όταν πια όλα έχουν τελειώσει και οι μεγάλες αλλαγές στη ζωή του έχουν συντελεστεί. Ο όρκος επομένως αποκαλύπτει τον αφηγηματικό χαρακτήρα του ποιήματος και τονίζει με εμφατικό τρόπο το ποιόν του ήρωα προτού βιώσει την απώλεια και φυσικά διατυπώνει την καταλυτική επίδραση που είχε στην ψυχολογία του ήρωα ο χαμός της κόρης.

Στους στίχους 7-14 (2ο μέρος) η φύση συνενώνεται με το πνεύμα. Πώς επιτυγχάνεται αυτό;

Στο σημείο αυτό ο Σολωμός παρουσιάζει με μια πρόδρομη αφήγηση τον Κρητικό να αναζητά την αγαπημένη του ακόμη και στη μετά θάνατο ύπαρξη των ανθρώπων, όπου δεν υπάρχει παρά μόνο η άυλη πνευματική τους παρουσία. Ο Κρητικός μεταθέτει τα συναισθήματα αγάπης και τον έρωτα που νιώθει για την κόρη σε μια διάσταση διαφορετική, στην οποία κυριαρχεί η πνευματικότητα και όπου μια ερωτική συνύπαρξη δεν μπορεί να υπάρξει. Ο ήρωας βιώνει τόσο έντονα τον έρωτά του για την κοπέλα, ώστε θεωρεί βέβαιο πως ακόμη κι όταν θα έχει πεθάνει θα συνεχίσει να την επιθυμεί και να την αποζητά, αναιρώντας έτσι τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στην ύπαρξη των ζωντανών και στην ύπαρξη των νεκρών. Με τη δύναμη αυτή του συναισθήματος του Κρητικού, η φύση, η κατάσταση της ζωής που διαθέτει όλη την ομορφιά που της χαρίζει η προσωρινότητά της, συνενώνεται με το πνεύμα, με την κατάσταση στην οποία περιέρχονται οι άνθρωποι όταν αποχωριστούν πια από το θνητό τους σώμα. Ο ήρωας του ποιήματος περνά από το εφήμερο και το πρόσκαιρα εφικτό στο αιώνιο της πνευματικής υπόστασης, με αφορμή ένα συναίσθημα που θα έπρεπε να παύει με το τέλος της ζωής. Ο Κρητικός ξεπερνά τα όρια της θνητής του ύπαρξης και συνεχίζει μια διαχρονική πορεία αναζήτησης της αγαπημένης του που τον οδηγεί μέχρι την αιώνια ύπαρξη. Μια ύπαρξη, όμως, διαφορετική και αποδεσμευμένη από τα ανθρώπινα πάθη και συναισθήματα, μια ύπαρξη που συνίσταται στην ελευθερία του πνεύματος, το οποίο έχει πια αποβάλει κάθε τι που το κρατούσε δέσμιο του σώματος.
Ο Σολωμός, επομένως, στη σύνθεσή του αυτή συνενώνει τη φύση, την αμιγώς θνητή ύπαρξη, με το πνεύμα, με την άυλη, δηλαδή, κι ελεύθερη από τα θνητά συναισθήματα ύπαρξη, μέσω της αγάπης του Κρητικού για την αρραβωνιαστικιά του. Το γεγονός ότι ο ήρωας του ποιήματος αναζητά την αγαπημένη του στην κοιλάδα Ιωσαφάτ, στο χώρο όπου γίνεται η Τελική Κρίση, δείχνει αφενός την ένταση των συναισθημάτων του κι αφετέρου τη διάθεση του ποιητή να ενώσει το πνεύμα με τη φύση για να μπορέσει να εκφράσει με το σαφέστερο δυνατό τρόπο ότι ο ήρωάς του είναι απόλυτα αφοσιωμένος στην αγαπημένη του, στοιχείο που εξυπηρετεί την κατανόηση του ποιήματος, καθώς βοηθά τον αναγνώστη να αντιληφθεί το υπεράνθρωπο μέγεθος των δοκιμασιών που θα απαιτηθούν για να κάμψουν τη θέληση του Κρητικού.

Τι δηλώνει η επανάληψη της έννοιας «ησυχία» στο στίχο: «Ησύχασε και έγινε όλο ησυχία και πάστρα» (στ. 3 του 3ου μέρους);

Η επανάληψη στα λογοτεχνικά κείμενα λειτουργεί ως τρόπος έμφασης κι αυτό ακριβώς επιθυμεί να πετύχει ο ποιητής, επιχειρεί δηλαδή να δώσει με τη μεγαλύτερη δυνατή έμφαση την αίσθηση της ησυχίας που προέκυψε αμέσως μετά την καταιγίδα. Οι βροντές και η τρικυμία της θάλασσας σταματούν απότομα και τα πάντα ησυχάζουν, καθώς η δύναμη που επιβάλλεται στη φύση είναι πανίσχυρη. Ο ποιητής θέλει να περάσει στον αναγνώστη την αίσθηση ότι το ημέρωμα της φύσης έγινε εντελώς ξαφνικά, χωρίς να υπάρξει κάποιο μεταβατικό διάστημα σταδιακής αποκλιμάκωσης της καταιγίδας. Η Φεγγαροντυμένη που σύντομα θα εμφανιστεί ασκεί στη φύση ένα μοναδικό έλεγχο και ο ποιητής επιχειρεί να το εκφράσει αυτό όσο γίνεται πιο έντονα, γι’ αυτό και θέλει να δείξει με σαφή τρόπο ότι παντού επικράτησε μια απόλυτη ησυχία, μέσα σε ελάχιστες στιγμές. Με την έκφραση επομένως της ησυχίας που επικράτησε στη φύση ο ποιητής κατορθώνει να προετοιμάσει τον αναγνώστη για την εμφάνιση μιας ιδιαίτερα δυνατής παρουσίας. Όσο πιο θαυμαστός είναι ο τρόπος που αντιδρά η φύση τόσο πιο εντυπωσιακή παρουσιάζεται η θεϊκή Φεγγαροντυμένη που κατορθώνει να επιβάλλεται με τέτοια ένταση στη φύση, όπως και στους ανθρώπους, γύρω της.

Να αναζητήσετε τις αντιθέσεις που υπάρχουν στο ποίημα (π.χ. φως - σκοτάδι) και να σχολιάσετε τη λειτουργία τους.

Ο Κρητικός αποτελεί μία ποιητική σύνθεση που σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται στις αντιθέσεις, καθώς ο ποιητής φροντίζει να δημιουργήσει ένα εφιαλτικό παρόν για τον ήρωα μόνο και μόνο για να τον δελεάσει με εξιδανικευμένους πειρασμούς, ενώ παράλληλα το παρελθόν του βρίσκεται σε έντονη αντίθεση με το μέλλον του μιας και ο ήρωας υπό το βάρος των μεγάλων απωλειών που θα σημαδέψουν τη ζωή του θα αφήσει κατά μέρους τη δυναμική φύση του πολεμιστή και θα γίνει ένας αδύναμος επαίτης.
κοίταα, κι τανε μακριά κόμη τ’ κρογιάλι∙
Ο ήρωας βρίσκεται ναυαγός στο έλεος μια τρομερής θαλασσοταραχής και η μόνη του ελπίδα, η στεριά, είναι ακόμη μακριά. Η πρώτη αυτή αντίθεση ανάμεσα στη θάλασσα που εδώ συμβολίζει τον κίνδυνο και στη στεριά που εκπροσωπεί τη σωτηρία, οριοθετεί το πλαίσιο του δράματος που θα ακολουθήσει. Ο ήρωας είναι παγιδευμένος και ο ποιητής θα δοκιμάσει τη δύναμή του βάζοντάς τον να παλέψει για τη ζωή του κολυμπώντας και παράλληλα αψηφώντας τους πειρασμούς που θα τον καλέσουν σε μια άνευ όρων παράδοση, που θα σημάνει βέβαια και το θάνατό του. Ο Κρητικός για να φτάσει στη στεριά και άρα στη σωτηρία θα πρέπει όχι μόνο να παλέψει για τον εαυτό του αλλά και για την αγαπημένη του, η ζωή της οποίας βρίσκεται στα χέρια του. Οι πειρασμοί που θα κληθεί να αντιμετωπίσει θα δοκιμάσουν την ψυχική του δύναμη και την αφοσίωσή του στην αρραβωνιαστικιά του κι επιπλέον θα θέσουν σε κρίση την ως τώρα ζωή του καθώς ο ήρωας θα πρέπει να βρει λόγους για να ζήσει ώστε να μην παραδοθεί στο μαγευτικό κάλεσμα της θεϊκής Φεγγαροντυμένης ή στη σαγηνευτική επίδραση του γλυκύτατου ήχου, που θα επιχειρήσουν να κάμψουν τη θέλησή του να συνεχίσει να παλεύει με τα κύματα.
στροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι!
Το σκοτάδι δεν επιτρέπει στον Κρητικό να δει που βρίσκεται κι αυτό ενισχύει το φόβο του. Το φως συμβολίζει τη γνώση και τη δυνατότητα του ήρωα να σωθεί ενώ το σκοτάδι την άγνοια και τον έντονο κίνδυνο που διατρέχει ο ήρωας. Η αντίθεση ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι είναι παρούσα και στην εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης, αλλά εκεί έχει διαφορετική λειτουργία.
Και σχίζω δρόμο και τς χνούς ναστημένους κράζω
Ο ήρωας αναζητά την αγαπημένη του ανάμεσα στους πρόσφατα αναστημένους ανθρώπους, σε μια πρόδρομη αφήγηση που βασίζεται στην αντίθεση ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο. Ο ήρωας φτάνει τη σκέψη του σ’ αυτό το μελλοντικό σημείο αμέσως μόλις αναφέρεται στο θάνατο της αγαπημένης του: Μα την ψυχή που μ’ καψε τον κόσμο παρατώντας. Ο θάνατος της αρραβωνιαστικιάς του τον πληγώνει τόσο πολύ που χωρίς καμία λογική εξήγηση, ο ήρωας περνά την αφήγησή του στη στιγμή της έσχατης κρίσης, όταν οι νεκροί θα έχουν αναστηθεί και συνεχίζει ακόμη και τότε να αναζητά την αγαπημένη του. Η δήλωσή αυτή του Κρητικού, ότι θα συνεχίσει να αγαπά και να αποζητά ακόμη και μετά το θάνατό του την αγαπημένη του, έρχεται να μας δείξει πόσο μεγάλη ήταν η αγάπη που είχε για την αρραβωνιαστικιά του και πόσο σημαντικό ήταν για εκείνον να κατορθώσει να τη σώσει την κρίσιμη στιγμή του ναυαγίου. Παράλληλα, η πρόδρομη αυτή αφήγηση έρχεται να μας εξηγήσει εκ των προτέρων πώς ο Κρητικός θα κατορθώσει να αντισταθεί στο κάλεσμα της Φεγγαροντυμένης.
Κι θάλασσα, που σκίρτησε σαν το χοχλό που βράζει,
σύχασε και γινε όλο συχία και πάστρα.
Η αντίθεση ανάμεσα στην ταραχή που επικρατούσε στη φύση λόγω της καταιγίδας και της θαλασσοταραχής και στην ηρεμία που ξαφνικά επέρχεται παντού, λειτουργεί ως εμφατικό στοιχείο για την εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης. Η φύση ησυχάζει και στολίζεται με κάθε δυνατή ομορφιά, γεγονός που οφείλεται αποκλειστικά στην επικείμενη εμφάνιση της θεϊκής μορφής. Ο ποιητής θέλει με κάθε τρόπο να αναδείξει τη δύναμη και την ιδιαιτερότητα της μορφής που θα εμφανιστεί μέσα από το φως του φεγγαριού, γι’ αυτό και μας προετοιμάζει με την ξαφνική μεταβολή στο φυσικό περιβάλλον για την παρουσίαση μιας δύναμης που ξεπερνά την ανθρώπινη λογική.
Στα μάτια της τα λόμαυρα και στα χρυσά μαλλιά της.
Ο ποιητής επιθυμεί να παρουσιάσει με έμφαση την ιδιαίτερη παρουσία της Φεγγαροντυμένης, γι’ αυτό πέρα από τη δύναμη που έχει να επιβάλλεται στη φύση γύρω της και πέρα από το γεγονός ότι έχει θεϊκή μορφή, μας δίνει και με μια αντίθεση στην εμφάνισή της, το πόσο ξεχωριστή ήταν. Η Φεγγαροντυμένη έχει ολόμαυρα μάτια αλλά μαλλιά χρυσά, ολόξανθα. Σκοτεινά μάτια αλλά φωτεινά μαλλιά, θετικό παρουσιαστικό αλλά αδιευκρίνιστες προθέσεις. Μιας και τα μάτια είναι το κατεξοχήν σημείο έκφρασης της ψυχής του ατόμου, ο τρόπος με τον οποίο μας παρουσιάζει ο ποιητής τη Φεγγαροντυμένη δημιουργεί ερωτήματα για το κατά πόσο η θεϊκή αυτή μορφή έχει καλές προθέσεις απέναντι στον ήρωα. Παρουσιάζεται μπροστά του με όλη της την ομορφιά, αλλά στην πραγματικότητα ο σκοπός της είναι να τον πλανέψει και να τον απομακρύνει από το βασικό του στόχο να σώσει την αγαπημένη του. Η παρουσία της Φεγγαροντυμένης είναι επιφανειακά μόνο θετική για τον ήρωα.
Τότε πό φς μεσημερνό νύχτα πλημμυρίζει.
Η Φεγγαροντυμένη εκπέμπει τόσο έντονο φως ώστε κατορθώνει να φωτίσει το χώρο γύρω της και να υπερνικήσει ακόμη και το σκοτάδι της νύχτας. Η αντίθεση ανάμεσα στο σκοτάδι και το φως, εδώ λειτουργεί ως μέσο κατάδειξης της δύναμης της Φεγγαροντυμένης, η οποία παρουσιάζεται από τον ποιητή να διαθέτει μια σχεδόν θεϊκή δύναμη. Κι ενώ το φως είναι συσχετισμένο με θετικές καταστάσεις, η Φεγγαροντυμένη έχει ένα διττό ρόλο να επιτελέσει. Από τη μία με τη συγκλονιστική επίδραση που θα ασκήσει στην ψυχή του Κρητικού θα τον ωθήσει σε μια ριζική αλλαγή της προσωπικότητάς του, από την άλλη όμως βρίσκεται εκεί με σκοπό να δοκιμάσει την ψυχική του δύναμη και να προσπαθήσει να κάμψει τη θέλησή του να παλέψει για τη σωτηρία της αγαπημένης του. Ο ποιητής πάντως δε θα συσχετίσει άμεσα τη Φεγγαροντυμένη με το θάνατο της αγαπημένης του Κρητικού, καθώς μετά την αποχώρησή της θα παρουσιάσει ακόμη έναν πειρασμό – δοκιμασία στον ήρωά του, αφήνοντάς μας να συνδέσουμε το χαμό της κόρης με την επίδραση του δεύτερου πειρασμού.
Χαρά δεν το ‘ναι ο πόλεμος∙ τ’ πλώνω του διαβάτη
Ο Κρητικός μετά την απώλεια των δικών του και της αγαπημένης του και το κυριότερο μετά την καταλυτική επίδραση της Φεγγαροντυμένης, αποβάλει την πολεμοχαρή του διάθεση και καταλήγει στην επαιτεία. Η αντίθεση ανάμεσα στην προηγούμενη κατάστασή του και στην παρούσα διαβίωσή του, δείχνει με έντονο τρόπο τη μεταβολή που επήλθε στη ζωή του ήρωα μετά τη σύντομη επαφή του με τη Φεγγαροντυμένη. Η θεϊκή αυτή γυναίκα που συγκέντρωνε όλα τα χαρίσματα και μπορούσε να δει βαθιά στην ψυχή του ήρωα, επηρεάζει αποφασιστικά την εξέλιξη του ήρωα και τον απομακρύνει από τη βιαιότητα του παρελθόντος. Ο ήρωας προχωρά σε μια πιο ηθική αντιμετώπιση της ζωής και απομακρύνεται από τις πολεμικές δραστηριότητες.
Με μια διαφορετική ανάγνωση βέβαια η αντίθεση που παρουσιάζεται στη ζωή του ήρωα μπορεί να θεωρηθεί αρνητική, καθώς ο ήρωας έχασε την αγωνιστικότητά του και στο νέο τόπο που έφτασε μετά το ναυάγιο κατέληξε να ζητιανεύει. Η αδυναμία του να ξεπεράσει τις απώλειες του παρελθόντος τον αδρανοποιεί και τον ωθεί σε μια παρασιτική διαβίωση που δεν τον τιμά.
Μάχη στενή με τους πολλούς λίγα παλληκάρια.
Ο ήρωας που τώρα ζει με τον εφιάλτη του ναυαγίου και που δεν μπορεί να ξεπεράσει το γεγονός ότι δεν κατόρθωσε να σώσει την αγαπημένη του, κάποτε υπήρξε ένας δυναμικός πολεμιστής που δε δίσταζε μαζί με λίγους συμπολεμιστές να αντιμετωπίσει πολλαπλάσιους εχθρούς. Με την αντίθεση αυτή ανάμεσα στη δυναμικότητα του παρελθόντος και την αδυναμία του παρόντος, ο ποιητής κάνει πιο έντονη την πτώση του ήρωα αλλά και την αλλαγή που έχει επέλθει στο ήθος του. Ο ήρωας του παρελθόντος δε θέλει ή δεν μπορεί πλέον να αγωνιστεί.
Την πιθώνω με χαρά, κι τανε πεθαμένη.
Ο Κρητικός αφού πάλεψε με τα κύματα, με τον πόθο του για τη Φεγγαροντυμένη και με το σαγηνευτικό ήχο που τον γύρισε στην ιδανική ζωή του παρελθόντος, φτάνει στην ακρογιαλιά ευτυχισμένος που κατόρθωσε να σώσει τη μονάκριβη αγαπημένη του, μόνο και μόνο για να διαπιστώσει ότι εκείνη δε ζει πια. Ο ήρωας δεν κατόρθωσε να διαφυλάξει την αγαπημένη του και η προσπάθειά του να αντιμετωπίσει τους πειρασμούς που του παρουσιάστηκαν δεν απέδωσε. Η αντίθεση ανάμεσα στην προσδοκία του ήρωα και την σκληρή διαπίστωση του θανάτου της κόρης, παρουσιάζουν με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο την αδυναμία του ήρωα να επιτελέσει το στόχο του. Η κόρη πέθανε κι αυτό σημαίνει ότι κάποια στιγμή ο ήρωας αφέθηκε στο κάλεσμα των πειρασμών αρκετά για να παραμελήσει την ασφάλεια της αγαπημένης του. Η αποτυχία αυτή θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στη μετέπειτα ζωή του ήρωα, ο οποίος θα καταλήξει να ζητιανεύει και να έχει διαρκώς εφιάλτες όπου θα ξαναζεί τις στιγμές του ναυαγίου. Ο ήρωας δεν κατάφερε να υπερνικήσει τις δοκιμασίες και γι’ αυτό θα αφεθεί σε μια ζωή χωρίς αγώνες -αφού δεν έχει για ποιον να αγωνιστεί πλέον- και μια ζωή χωρίς προοπτικές για την επανάκτηση της ευτυχίας. Ο ήρωας θα αφεθεί στη σκληρή διαβίωση του επαίτη για να τιμωρήσει τον εαυτό του και δε θα επιχειρήσει να χτίσει τη ζωή του από την αρχή.

Πώς γίνεται στον Κρητικό η μετάβαση από το φυσικό τοπίο στο μη φυσικό (στ. 1-8 του 4ου μέρους);

κοίταξε τ’ στέρια, κι κενα ναγαλλιάσαν.
Και την χτινοβόλησαν και δεν την σκεπάσαν.
Κι πό το πέλαο, που πατε χωρίς να το σουφρώνει,
Κυπαρισσένιο νάερα τ’ νάστημα σηκώνει,
Κι νε τς γκάλες μ’ ρωτα και με ταπεινοσύνη,
Κι δειξε πάσαν μορφιά και πάσαν καλοσύνη.
Τότε πό φως μεσημερνό νύχτα πλημμυρίζει,
Κι χτίσις γινε ναός που λοθε λαμπυρίζει.

Η παρουσία της Φεγγαροντυμένης δίνεται από το Σολωμό με μια κλιμάκωση που οδηγεί από το φυσικό τοπίο, στο οποίο επιβάλλεται η θεϊκή μορφή, στο μη φυσικό, σ’ έναν φωτισμένο ναό, με μια λανθάνουσα παρομοίωση. Η Φεγγαροντυμένη στρέφει το βλέμμα της στα αστέρια τα οποία δέχονται με χαρά το κοίταγμά της και της στέλνουν με τη σειρά τους τη λάμψη τους, η οποία όμως δεν κατορθώνει να επισκιάσει τη δική της λάμψη. Η θεϊκή μορφή ακτινοβολεί πιο δυνατά από τα αστέρια, θέλοντας έτσι ο ποιητής να τονίσει την αγνότητά της, καθώς η φωτεινότητα είναι συσχετισμένη με θετικές μορφές και καταστάσεις (το φως μας παραπέμπει σε κάτι καλό) αλλά κι εμμέσως να ενισχύσει τη θεϊκότητα της μορφής, καθώς ακόμη και στη ζωγραφική αποτύπωση των αγίων υπάρχει ένα φωτοστέφανο ως ένδειξη της επαφής τους με τη δύναμη και τη χάρη του Θεού.
Μετά τη συσχέτιση της Φεγγαροντυμένης με τα αστέρια, ο ποιητής μας παρουσιάζει τη θεϊκή μορφή να πατά επάνω στη θάλασσα χωρίς να ταράζει ούτε στο ελάχιστο την επιφάνεια του νερού, δίνοντας μας έτσι την αίσθηση ότι η μορφή αυτή είναι τελείως αιθέρια και παράλληλα τονίζοντας εκ νέου τη θεϊκότητά της, καθώς μας παραπέμπει στη δύναμη του Χριστού που κατόρθωσε να περπατήσει πάνω στο νερό. Η Φεγγαροντυμένη πατώντας στο νερό ανασηκώνει το σώμα της, που είναι ανάερο, χωρίς βάρος, και κυπαρισσένιο, καμαρωτό και ευθυτενές, και ανοίγει την αγκαλιά της μ’ έρωτα αλλά και με ταπεινότητα, με απόλυτη ομορφιά αλλά και με πλήρη καλοσύνη. Η εικόνα αυτή βρίσκεται ανάμεσα στη συσχέτιση της Φεγγαροντυμένης με το φυσικό περιβάλλον και στη συσχέτισή της με το μη φυσικό περιβάλλον, καθώς ο ποιητής προτού περάσει στο μη φυσικό περιβάλλον προβάλλει την ομορφιά της θεϊκής μορφής που συνδυάζεται με απροσμέτρητες αρετές της ψυχής της, καθώς είναι παράλληλα ταπεινή και με απόλυτη καλοσύνη. Η Φεγγαροντυμένη παρουσιάζεται ως μια εξαιρετικά όμορφη γυναίκα που ακτινοβολεί τόσο έντονο φως ώστε κατορθώνει να φωτίσει τη νύχτα με φως μεσημεριού. Ο ποιητής θέλει να παρουσιάσει την εξαίρετη ομορφιά της Φεγγαροντυμένης, χωρίς όμως να δημιουργήσει αρνητικές εντυπώσεις για τη μορφή αυτή που πρεσβεύει κάθε τι καλό, γι’ αυτό και φροντίζει να τονίσει την καλοσύνη της αλλά και την ταπεινότητα που τη διακρίνει.
Η αναφορά του ποιητή πως η Φεγγαροντυμένη κατορθώνει να φωτίσει τη νύχτα συνοδεύεται από μια παρομοίωση, καθώς παρουσιάζεται όλη η χτίση, όλος ο κόσμος γύρω από τη θεϊκή μορφή να μοιάζει με ολοφώτιστο ναό. Με την παρομοίωση αυτή ο ποιητής περνά από το φυσικό περιβάλλον, το οποίο έχει καταληφθεί από την παρουσία της Φεγγαροντυμένης, στο μη φυσικό περιβάλλον. Η φύση ολόγυρα έχει τραπεί σ’ έναν ναό που είναι φωτισμένος παντού κι εκπέμπει το ιερό του φως. Ο ποιητής έχοντας χρησιμοποιήσει ένα εκτενές πολυσύνδετο σχήμα (και, κι, κι, κι, κι) για να παρουσιάσει τις, το δίχως άλλο, θεϊκές ιδιότητες της Φεγγαροντυμένης που εκπέμπει πανίσχυρο φως και παράλληλα μπορεί να στέκεται πάνω στο νερό της θάλασσας, έρχεται τώρα με αυτή την παρομοίωση να παρουσιάσει την μετατροπή όλης της φύσης σ’ έναν λαμπρά φωτισμένο ναό, εντάσσοντας έτσι στην όλη παρουσίαση της Φεγγαροντυμένης έναν έντονο χριστιανικό ανιμισμό. Ο ανιμισμός αποτελεί τη θεωρία της ύπαρξης ψυχής σε κάθε τι στον κόσμο, είτε πρόκειται για έμψυχο αλλά χωρίς λογική είτε για άψυχο και ειδικότερα ο χριστιανικός ανιμισμός πρεσβεύει την ύπαρξη μιας αφιερωμένης κι εκπορευόμενης από το Θεό ψυχής. Κάθε τι περιέχει κάτι από τη χάρη του Θεού, κάθε τι στον κόσμο είναι ευλογημένο από την ύπαρξη του Θεού κι αυτό εκφράζει ο Σολωμός όταν παρομοιάζει τη φωτισμένη φύση μ’ έναν φωτισμένο ναό. Η λάμψη της Φεγγαροντυμένης μετέτρεψε τα πάντα γύρω της σ’ έναν χώρο ευλογημένο από το Θεό και φωτισμένο από τη δική του δύναμη.
Να σημειωθεί ότι ο Σολωμός που είχε βαθιά πίστη στο Χριστιανισμό δε θα παρουσίαζε ποτέ μια τόσο χαρισματική ύπαρξη, όπως αυτή της Φεγγαροντυμένης, μακριά από τη δύναμη και την ευλογία του Θεού. Ο ποιητής δε θα διακινδύνευε να δημιουργήσει μια τόσο δυνατή μορφή, με ικανότητες που παραπέμπουν στον Κύριο, χωρίς να φροντίσει με κάποιο τρόπο να τη συνδέσει με τη δική του δύναμη και χάρη. Η Φεγγαροντυμένη είναι ένα πλάσμα του Θεού, απόλυτα καλό και αγαθό, γι’ αυτό και η επίδραση που έχει στη φύση η παρουσία της, δίνεται από τον ποιητή μέσα στα πλαίσια της δύναμης του Χριστού.


Πώς επαληθεύεται, κατά την άποψή σας, η διαπίστωση ότι το ποίημα Ο Κρητικός είναι μια βαθιά λυρική σύνθεση;

Ο Διονύσιος Σολωμός στον Κρητικό επιχειρεί να δημιουργήσει μια σύνθεση όπου κυριαρχούν οι δοκιμασίες του ήρωα και η τελική ηθική του δικαίωση, μέσω της αναπάντεχης αλλαγής που συντελείται στην ψυχή του. Ο Σολωμός, ταυτόχρονα, επιχειρεί να εντάξει τις δοκιμασίες του ήρωα σε μια στενή συνάρτηση με τον αντίκτυπο που έχει σ’ αυτόν η φύση και παράλληλα να παρουσιάσει τις συναισθηματικές διακυμάνσεις του ήρωα με αντίστοιχες εικόνες από την καθημερινή του ζωή κοντά στο φυσικό του περιβάλλον, συνδέοντας έτσι μια αμιγώς εσωτερική πάλη – αυτή που συντελείται στην ψυχή του δοκιμαζόμενου ήρωα – με το περιβάλλον του, την πατρίδα του και τις αντιλήψεις του, προσφέροντας έτσι στην ποιητική του σύνθεση όλα τα στοιχεία εκείνα που μπορούν να τη χαρακτηρίσουν ως βαθιά λυρική.
Η λυρικότητα ενός κειμένου βασίζεται στη γλώσσα, το ρυθμό, την ποιητική έκφραση και την αποτύπωση προσωπικών συναισθημάτων και βιωμάτων. Ο Σολωμός έχοντας ως θέμα του την πολύ προσωπική κατάσταση που βιώνει ο υπό δοκιμασία ήρωάς του, φροντίζει να ενισχύσει τη λυρικότητα της σύνθεσής του χρησιμοποιώντας τη γλωσσική μορφή που θα μπορούσε να έχει το μεγαλύτερο δυνατό αντίκτυπο στο αναγνωστικό του κοινό, δηλαδή τη δημοτική. Παράλληλα, επιλέγει ως μέτρο της σύνθεσής του το ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο που είναι παρμένο από τις γνησιότερες πνευματικές δημιουργίες της ελληνικής λογοτεχνίας, τα δημοτικά τραγούδια. Με τη γλώσσα του ποιήματος να μιλά κατευθείαν στην ψυχή του Έλληνα αναγνώστη ή ακροατή, ο ποιητής επιλέγει για ήρωά του ένα πρόσωπο που αγωνίζεται για την ελευθερία της πατρίδας του και για τη σωτηρία της αγαπημένης του, δημιουργώντας έτσι ένα πρόσωπο που γρήγορα κερδίζει τη συμπάθεια του αναγνώστη, ο οποίος συμπάσχει με τον βασανιζόμενο ήρωα και με τις περιπέτειές του. Με τα στοιχεία αυτά να υποβοηθούν τη πρόσληψη του κειμένου ο Σολωμός προχωρά στο ξεδίπλωμα της ιστορίας του, η οποία από την αρχή εκδηλώνει το λυρικό της χαρακτήρα. Ο ήρωας βρίσκεται ναυαγός στη θάλασσα, με την αγαπημένη του να κινδυνεύει, και απευθύνει το λόγο στο αστροπελέκι από το οποίο ζητά να φωτίσει ξανά για να μπορέσει να δει καλύτερα που βρίσκεται. Ο ήρωας παλεύει με τα κύματα της θάλασσας, αλλά δεν αντιλαμβάνεται τη φύση ως εχθρική απέναντί του, αντιθέτως ζητά τη βοήθειά της για να δει το χώρο γύρω του. Ο ήρωας του ποιήματος αισθάνεται άμεσα συνδεδεμένος με τη φύση κι αυτό δίνει αφενός την ευκαιρία στον ποιητή να μας παρουσιάσει μια σειρά εντυπωσιακών εικόνων του φυσικού περιβάλλοντος κι αφετέρου μας αποκαλύπτει μια διαφορετική αντίληψη για τη ζωή από αυτή που επικρατεί σήμερα. Οι άνθρωποι παλιότερα θεωρούσαν το φυσικό τους περιβάλλον ως αναπόσπαστο μέρος της ζωής τους και διέκριναν σε αυτό μια σοφία και μια καλοσύνη που δε χαρακτήριζε μόνο τις θετικές εκφάνσεις της φύσης, αλλά και τις πιο βίαιες εκδηλώσεις της. Για εμάς η τρικυμία είναι μια αρνητική εκδήλωση της φύσης, ενώ για τον Κρητικό η τρικυμία είναι μια ακόμη έκφανση της δύναμης της φύσης, που δεν έχει αρνητικό χαρακτήρα υπό την έννοια ότι κάθε εκδήλωση της φύσης εξυπηρετεί το σοφό της σχέδιο.
Η αγάπη που αισθάνεται ο ήρωας για την αρραβωνιαστικιά του είναι τόσο έντονη ώστε ο πόνος για την απώλειά της «Μα την ψυχή που μ’ έκαψε τον κόσμο απαρατώντας», τον ωθεί στην ελπίδα μιας μελλοντικής συνάντησης όταν θα έχει έρθει πια η ώρα της έσχατης κρίσης των ψυχών. Η ένταση της αγάπης και οι εικόνες του παραδείσου που μας παρουσιάζει ο ποιητής ενισχύουν τη λυρικότητα του ποιήματος ενώ παράλληλα μας οδηγούν στο να αντιληφθούμε πόσο επίπονος υπήρξε ο χαμός της αγαπημένης του για τον ήρωα και άρα πόσο μεγάλη ήταν η απόγνωσή του κατά τη διάρκεια των δοκιμασιών του. Ο Κρητικός δεν είναι απλά ένας ναυαγός, είναι ένας άνθρωπος που πασχίζει να σώσει την αγαπημένη του και στο τέλος βιώνει έναν απίστευτο πόνο όταν συνειδητοποιεί ότι δεν το έχει κατορθώσει.
Η εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης θα αποτελέσει τον πρώτο πειρασμό που θα δοκιμάσει την ψυχική δύναμη του ήρωα και παράλληλα θα αποτελέσει μια σημαντική ευκαιρία για τον ποιητή να μας δώσει εικόνες μοναδικής ομορφιάς. Η έλξη που ασκεί η φεγγαροντυμένη στον Κρητικό είναι τέτοια που τον ωθεί να θυμηθεί τις απώλειες που υπέστη εξαιτίας της βιαιότητας των Τούρκων και να εκφράσει τον πόνο που έχει ριζώσει στην ψυχή του. Το συναισθηματικό αυτό ταξίδι του ήρωα στο παρελθόν του και η έκφραση της απόγνωσης που αισθάνεται είναι στοιχεία που υπηρετούν τη λυρικότητα της σύνθεσης, καθώς της παρέχουν την προσωπική εμβάθυνση που απαιτεί ο λυρισμός. Η αλήθεια των συναισθημάτων του Κρητικού και η δυσεξήγητη παρουσία της θεϊκής μορφής, δημιουργούν μια ενδιαφέρουσα αντίθεση που κρατά σε εγρήγορση το ενδιαφέρον του αναγνώστη και παράλληλα υποδεικνύουν την πρόθεση του ποιητή να περάσει τον πόνο του ατόμου από το προσωπικό επίπεδο σε μια διάσταση συλλογική που εκφράζεται μέσω της συναίσθησης του πόνου από την υπερβατική μορφή της Φεγγαροντυμένης. Τα συναισθήματα του Κρητικού ανιχνεύονται από τη Φεγγαροντυμένη, της προκαλούν συγκίνηση κι επιστρέφουν στον ήρωα μέσα από το δάκρυ της, επιφέροντάς του μια ριζική αλλαγή. Ο πόνος του ήρωα αποκτά αναμορφωτική δύναμη μέσω της κοινής του βίωσης από τη Φεγγαροντυμένη που έρχεται να προσφέρει στον ήρωα αποδοχή και κατανόηση. Ο ποιητής εστιάζει στα συναισθήματα του ήρωα και στην πορεία της αλλαγής που επήλθε στο χαρακτήρα του, δίνοντας σε όλη αυτή τη διαδικασία μια υπερφυσική διάσταση που υπηρετεί στο μέγιστο δυνατό την ποιητικότητα της σύνθεσης. Ο Κρητικός αλλάζει, αποβάλλει τη βίαιη φύση του κι αποζητά μια πιο γαλήνια υπόσταση, ως αποτέλεσμα των τραυματικών εμπειριών που βιώνει, αλλά ο ποιητής μας δίνει την αλλαγή αυτή ως αποτέλεσμα του βαθύτατου έρωτα που αισθάνθηκε ο ήρωας για μια γυναικεία μορφή που ξεπερνά τη λογική. Η δύναμη της ποιητικής φαντασίας αποσπά τον Κρητικό από το εφικτό και τον οδηγεί στα βήματα του υπερβατικού, αλλά εντούτοις δεν τον απομακρύνει από την ανθρώπινη φύση του κι από την ειλικρίνεια των συναισθημάτων που βιώνει. Ο ήρωας του ποιήματος πονά για τους αγαπημένους του που έχασε κι αποζητά κάποιον να νιώσει τον πόνο της ψυχής του, το ότι η γυναίκα που αισθάνεται τον πόνο του και συμπάσχει μαζί του δεν είναι μια πραγματική ύπαρξη, δεν στερεί από τον ήρωα την αλήθεια των συναισθημάτων του και άρα δεν στερεί κι από τους αναγνώστες τη δυνατότητα να ταυτιστούν μαζί του. Ο ποιητής του Κρητικού βασίζει τη σύνθεσή του στον πόνο του ήρωα που συνέχει κάθε τι στη σύνθεση αυτή και φροντίζει μάλιστα να φωτίσει τα συναισθήματα του ήρωα τόσο με την ευεργετική επίδραση που έχει στην ψυχή του η θελκτική μορφή της Φεγγαροντυμένης, όσο και με τη δύναμη που ασκεί πάνω του ο γλυκύτατος ήχος που ξαφνικά καλύπτει το χώρο γύρω του.
Όπως η Φεγγαροντυμένη «Ήτανε μνήμη παλαιή, γλυκιά κι αστοχισμένη», θέτει τη μνήμη του Κρητικού σε κίνηση, καθώς επιχειρεί να ανακαλέσει την οικεία αυτή μορφή, έτσι και ο ήχος, βάζει τον ήρωα σε μια διαδικασία να αντλήσει από το παρελθόν του αντίστοιχα όμορφους ήχους για να μπορέσει με κάποιο τρόπο να προσδιορίσει πόσο θελκτικός ήταν για την ψυχή του. Ο ήρωας ακούγοντας το γλυκύτατο ήχο επιστρέφει στο παρελθόν του και θυμάται μια σειρά από όμορφες εικόνες της ζωής του στην Κρήτη, επιτρέποντας σε μας να έρθουμε κοντύτερα στην ειδυλλιακή ζωή του όμορφου αυτού νησιού και στον ποιητή να ζωγραφίσει μαγευτικές εικόνες και να αποδώσει θεσπέσιους ήχους. Μια δοκιμασία που έχει σκοπό να κάμψει τις αντοχές του ήρωα, στέκεται παράλληλα η αφορμή για να φτάσει ο Σολωμός σε μοναδική επίπεδα λυρισμού. Η μία υπέροχη εικόνα διαδέχεται την άλλη και η δοκιμασία του ήρωα δίνεται μέσα από τις μνήμες της ζωής του τότε που ακόμη δεν είχε γνωρίσει τον πόνο της απώλειας. Κι όσο πιο θελκτικός γίνεται ο ήχος, κι όσο περισσότερο μαγεύεται ο ήρωας, τόσο περισσότερο πλησιάζει στην ακτή και τόσο περισσότερο πλησιάζει στη συνειδητοποίηση ότι η αγαπημένη του είναι νεκρή.


Οι λυρικοί ποιητές, ιδιαίτερα οι Γερμανοί Ρομαντικοί, τους οποίους είχε υπόψη ο Σολωμός, εκφράζουν το υπέρτατο άπλωμα της ψυχής και τη σύζευξή της με το άπειρο του σύμπαντος. Ο λυρικός ποιητής υμνεί τον κόσμο επιστρέφοντας στο παρελθόν και συνδέοντας το συναίσθημα με τη φύση. Στη λυρική σύνθεση ο λόγος και το μέτρο είναι αδιαχώριστα. Το μέτρο μάλιστα αναδεικνύει τη γλώσσα και ο λυρισμός, το αποτέλεσμα της σύζευξης λόγου και μέτρου, είναι ένα παιχνίδι της αθωότητας και της μνήμης, σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό του Ιταλού ποιητή Ουγγαρέτι (1888-1970).


Να αναφέρετε τα πρόσωπα και το ρόλο τους στο ποίημα.

Τα πρόσωπα που παρουσιάζονται στο ποίημα του Σολωμού είναι ο Κρητικός, η αρραβωνιαστικιά του, η Φεγγαροντυμένη, οι αναστημένοι στην πρόδρομη αφήγηση και η οικογένεια του ήρωα. Το κεντρικό πρόσωπο του ποιήματος, βέβαια, είναι ο Κρητικός ο οποίος υποβάλλεται στις δοκιμασίες που θα του στερήσουν την αγαπημένη του αλλά θα σταθούν και ως σημεία αναφοράς στη ζωή του οδηγώντας τον σε μια ριζική αλλαγή της προσωπικότητάς του απομακρύνοντας τα στοιχεία βιαιότητας και κατευθύνοντάς τον σε μια διαρκή αναζήτηση της ηθικότητας. Αν η απώλεια της αγαπημένης του σημαίνει την αδυναμία του ήρωα να αντεπεξέλθει επιτυχώς στις δοκιμασίες που του τέθηκαν, τουλάχιστον η απώλεια της πολεμικής διάθεσης που τον χαρακτήριζε σημαίνει την ηθική του δικαίωση. Ο ρόλος, επομένως του Κρητικού, στην ομώνυμη ποιητική σύνθεση του Σολωμού, είναι απόλυτα συνυφασμένος με τις γενικότερες επιδιώξεις του ποιητή. Ο Σολωμός έθεσε μια σειρά δοκιμασιών στον ήρωά του, μια σειρά πειρασμών, που ο ήρωας δεν κατόρθωσε να υπερνικήσει χωρίς ουσιαστικές απώλειες αλλά και μ’ ένα ουσιαστικό κέρδος, τη λυτρωτική επενέργεια που είχε η Φεγγαροντυμένη στην ψυχοσύνθεσή του.
Ένα από τα βασικά πρόσωπα του ποιήματος, παρόλο που δεν έχει ενεργή συμμετοχή στα δρώμενα, είναι η αγαπημένη του ήρωα, η οποία λειτουργεί περισσότερο ως κίνητρο και σκοπός για να παλέψει ο Κρητικός με τις δοκιμασίες που του παρουσιάζονται καθώς και με τις προσωπικές του αδυναμίες. Η αγαπημένη του ήρωα λειτουργεί στο ποίημα κυρίως ως η πηγή της δύναμης του Κρητικού, καθώς για χάρη της ο ήρωας παλεύει με τα κύματα και με τις επιθυμίες που του ξυπνούν οι δοκιμασίες της Φεγγαροντυμένης και του γλυκύτατου ήχου. Ο Κρητικός έχει ήδη χάσει την οικογένειά του και δεν μένει πια στη ζωή του κανένα άλλο πρόσωπο πέρα από την αρραβωνιαστικιά του, γι’ αυτό και προσπαθεί με κάθε τρόπο να τη σώσει. Η σωτηρία της αγαπημένης του Κρητικού επομένως τίθεται ως άμεσος και σημαντικότατος σκοπός για τον ήρωα και κρατά το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι το τέλος του ποιήματος, όπου και διαπιστώνεται η αποτυχία του ήρωα.
Το επόμενο γυναικείο πρόσωπο του ποιήματος, η Φεγγαροντυμένη, επιτελεί έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο, καθώς με τη δική της κυρίως επενέργεια συντελείται η αλλαγή στην προσωπικότητα του Κρητικού. Η Φεγγαροντυμένη είναι μία από τις τρεις δοκιμασίες που καλείται να αντιμετωπίσει ο ήρωας και παρουσιάζεται περισσότερο ως πειρασμός που με τη θελκτική του δύναμη δυσκολεύει τη δράση του ήρωα, παρά ως αντικειμενική δυσκολία όπως είναι η τρικυμία της θάλασσας. Ο συμβολισμός της Φεγγαροντυμένης έχει συζητηθεί εκτενώς και έχει ερμηνευτεί με ποικίλους τρόπους από τους μελετητές, αλλά πέρα από το πρόσωπο που κρύβεται πίσω από τη θεϊκή μορφή της εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι ο ρόλος της στο ποίημα, ο οποίος σε πρώτη ανάγνωση είναι να θέσει σε δοκιμασία την ψυχική δύναμη του ήρωα. Η Φεγγαροντυμένη συγκεντρώνει τόσες θετικές ιδιότητες ώστε να αποτελεί μια εξιδανικευμένη γυναικεία παρουσία στην οποία ο ήρωας δεν μπορεί να αντισταθεί και είναι έτοιμος να λησμονήσει οτιδήποτε άλλο αρκεί να βρίσκεται κοντά της. Όπως οι Σειρήνες μαγεύουν τους συντρόφους του Οδυσσέα, έτσι και η Φεγγαροντυμένη με την ομορφιά της, την καλοσύνης της και με τη δύναμη που έχει να βλέπει και να κατανοεί όσα συγκλονίζουν την ψυχή του, αποτελεί για τον ήρωα μια ακατανίκητη δύναμη έλξης που κατορθώνει να τον μαγέψει. Ο ήρωας, λίγο προτού η Φεγγαροντυμένη χαθεί, μοιάζει να είναι πλήρως παραδομένος σ’ αυτή και μας δίνει την αίσθηση ότι ο πρώτος πειρασμός έχει κάμψει τις αντιστάσεις του, αλλά στην πραγματικότητα ο Κρητικός δεν έχει ξεχάσει το βασικό του σκοπό, ο οποίος είναι να σώσει την αγαπημένη του «Βόηθα, Θεά, το τρυφερό κλωνάρι μόνο νά ‘χω». Η Φεγγαροντυμένη ακούει με συγκίνηση την παράκληση του ήρωα και δακρύζει μπροστά σ’ όλα αυτά τα βάσανα που έχει περάσει ο ήρωας, χάνεται όμως καθώς βλέπει ότι ο ήρωας δεν έχει στο νου του τίποτε άλλο παρά να σώσει την αγαπημένη του. Η παράκληση επομένως του Κρητικού στη θεϊκή Φεγγαροντυμένη να τον βοηθήσει να σώσει την αρραβωνιαστικιά του αρκεί για να απομακρύνει τον πειρασμό αυτό και να επιστρέψει ο ήρωας στην προσπάθειά του να διατηρήσει στη ζωή την αγαπημένη του. Κι ενώ η παρουσία της Φεγγαροντυμένης μοιάζει να έχει ολοκληρωθεί με την απόπειρά της να θέσει σε δοκιμασία τον ήρωα, στην πραγματικότητα η επίδρασή της είναι σαφώς εντονότερη, καθώς το δάκρυ της που πέφτει στο χέρι του ήρωα αποτελεί το έναυσμα μιας ριζικής αλλαγής στην ψυχολογία και τη συμπεριφορά του. Ο Κρητικός χάνει κάθε ίχνος πολεμοχαρούς διάθεσης και μένει πλέον αδρανής επαίτης της ελεημοσύνης των περαστικών και όταν ο πόνος τον κουράζει κι αποκοιμιέται ζει ξανά στον ύπνο του τις στιγμές της τρικυμίας και ησυχάζει μόνο φέρνοντας στο μέτωπό του το χέρι του που δέχτηκε το δάκρυ της Φεγγαροντυμένης. Η Φεγγαροντυμένη επομένως δεν λειτουργεί στο ποίημα μόνο ως πειρασμός για τον ήρωα αλλά και ως η δύναμη εκείνη που τον βοηθά να αλλάξει και να διεκδικήσει την ηθική του πληρότητα ως αντιστάθμισμα για την αποτυχία του να σώσει την αγαπημένη του.
Τα υπόλοιπα πρόσωπα που παρουσιάζονται στο ποίημα έχουν έναν μικρότερης σημασίας ρόλο καθώς λειτουργούν κυρίως βοηθητικά στην εξέλιξη του έργου. Από τη μία έχουμε την οικογένεια του ήρωα που παρουσιάζεται να δολοφονείται από τους Τούρκους και εξηγεί έτσι το μεγάλο πόνο που κατέχει την ψυχή του Κρητικού, αλλά και τη μεγάλη σημασία που έχει η διάσωση της αγαπημένης του. Με την απώλεια της οικογένειάς του ο Κρητικός απομένει μόνος του κι έτσι η ύπαρξη της αρραβωνιαστικιάς του αποκτά ακόμα μεγαλύτερη αξία. Ο Κρητικός δεν προσπαθεί απλώς να σώσει την αγαπημένη του, προσπαθεί να σώσει το μοναδικό πρόσωπο που έχει απομείνει στη ζωή του, γι’ αυτό και η προσπάθειά του αποκτά μεγαλύτερη σημασία και γι’ αυτό η τελική του αποτυχία αποκτά πιο τραγικές διαστάσεις. Από την άλλη, έχουμε τους αναστημένους, που παρουσιάζονται στην πρόδρομη αφήγηση για την έσχατη κρίση, οι οποίοι με τη μαρτυρία τους δίνουν στον Κρητικό πληροφορίες για το που βρίσκεται η αγαπημένη του. Ο Κρητικός παρά την έντονη επιθυμία του να βρει την αγαπημένη του δεν κατορθώνει ουσιαστικά να τη δει, καθώς οι μόνες εικόνες που έχουμε για τις κινήσεις της και για την παρουσία της προέρχονται μέσα από τη σύντομη αναφορά των αναστημένων, οι οποίοι είναι και οι μόνοι που την έχουν δει. Η ανυπομονησία της κοπέλας να επιστρέψει στο κορμί της, η χαρά για την επερχόμενη ανάσταση των νεκρών αλλά και η αγωνία της να βρει τον αγαπημένο της, είναι δοσμένα μέσα από την αφήγηση των αναστημένων.

Σε ποιο χώρο και χρόνο τοποθετείται η θαλασσινή περιπέτεια του Κρητικού;

Οι αναφορές του Κρητικού για τη δολοφονία της οικογένειάς του από τους Τούρκους και η εσπευσμένη αναχώρησή του από το νησί, με χώμα από την πατρίδα του στις χούφτες του, μας παραπέμπουν στην επανάσταση του 1821. Παρά τη σθεναρή αντίσταση των Κρητικών από το 1823 μέχρι το 1824 οι Τούρκοι με τη στρατιωτική βοήθεια της Αιγύπτου κατόρθωσαν τη βίαιη καταστολή των επαναστατικών κινημάτων και τη φυγή πολλών Κρητικών προς την Πελοπόννησο και τα Κύθηρα.
Τα γεγονότα του ποιήματος εκτυλίσσονται στη θάλασσα, όπου το πλοίο που μετέφερε τον Κρητικό έχει ναυαγήσει κατά τη διάρκεια της νύχτας και σε απόσταση όχι πολύ μακρινή από την ακτή, καθώς ο ήρωας κατορθώνει να φτάσει εκεί κολυμπώντας. Ο ποιητής βέβαια δε μας δίνει σαφείς πληροφορίες για τον τόπο του ναυαγίου και για τη χρονική περίοδο που αυτό συνέβη, καθώς αυτές οι πληροφορίες δεν απαιτούνται για την κατανόηση του κειμένου και ξεπερνούν άλλωστε τις αφηγηματικές ανάγκες του ποιήματος. Αυτό που περισσότερο ενδιαφέρει τον ποιητή είναι να δημιουργηθεί στον αναγνώστη η αίσθηση ότι ο ήρωας βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο καθώς είναι στην ταραγμένη από την τρικυμία θάλασσα κι επιπλέον πρέπει με κάθε τρόπο να σώσει την αγαπημένη του. Οπότε η νυχτερινή τρικυμία που βουλιάζει το καράβι του ήρωα είναι τα μόνα στοιχεία που χρειαζόμαστε για να αντιληφθούμε τις κρίσιμες στιγμές που περνά ο ήρωας.

Πώς εκφράζεται η χριστιανική πίστη του Σολωμού στον Κρητικό;

Ο Διονύσιος Σολωμός διατηρεί στις ποιητικές του συνθέσεις τις πεποιθήσεις και τα πιστεύω που τον διακρίνουν ως άτομο γι’ αυτό και η χριστιανική πίστη παρουσιάζεται στο έργο του κυρίαρχη. Ο Σολωμός, επομένως, ενσωματώνει στοιχεία του χριστιανισμού στο έργο του όχι γιατί το επιχειρεί σκόπιμα, αλλά γιατί θα ήταν αδύνατο για έναν άνθρωπο που βασίζει την ύπαρξή του στην πίστη του στο Θεό να μην εκφράσει το σεβασμό του απέναντι στη θρησκεία του. Για τον Σολωμό ο χριστιανισμός αποτελεί κομμάτι της προσωπικότητάς του, της καθημερινής του σκέψης και ζωής, οπότε οι σχετικές αναφορές που εντοπίζονται στο έργο του αποτελούν περισσότερο εκφάνσεις του σολωμικού συλλογισμού παρά αποτέλεσμα ποιητικού σχεδιασμού.
Η δεύτερη ενότητα του Κρητικού [19] εμπεριέχει σαφέστατες ενδείξεις της χριστιανικής πίστης του ποιητή, καθώς ο ήρωας του ποιήματος τη στιγμή που αναφέρεται στο χαμό της αγαπημένης του, περνά με μια πρόδρομη αφήγηση σε μια ενδεχόμενη συνάντηση με την αρραβωνιαστικιά του όταν θα έρθει η ώρα της Έσχατης κρίσης. Η ελπίδα του Κρητικού, κι επομένως η ελπίδα του ποιητή, είναι ότι τους ανθρώπους που έχουμε χάσει κατά τη διάρκεια της ζωής μας θα τους συναντήσουμε ξανά όταν με τη δευτέρα παρουσία του Κυρίου θα γίνει η κρίση των ψυχών. Το γεγονός ότι ο Κρητικός θεωρεί ότι κάποια στιγμή θα κατορθώσει εκ νέου να αναζητήσει την αγαπημένη του, υποδεικνύει ότι για τον εθνικό μας ποιητή η δευτέρα παρουσία και η έσχατη κρίση αποτελούν αναμφισβήτητα δεδομένα. Ο ποιητής όχι μόνο δεν αμφιβάλλει για την ορθότητα της χριστιανικής αυτής πεποίθησης αλλά την εκλαμβάνει ως βεβαία και την εντάσσει και στο έργο του.
Η ανάγνωση της πρόδρομης αφήγησης του Κρητικού αναδεικνύει τη διαρκή αναφορά του ποιητή σε εκκλησιαστικά κείμενα και τη γνώση που έχει για το πώς παρουσιάζεται η έσχατη κρίση σε αυτά. Ο ποιητής έχει μελετήσει την Αποκάλυψη του Ιωάννη και την Παλαιά Διαθήκη κι έχει αποδεχτεί τη μελλοντική ανάσταση των νεκρών. Ανεξάρτητα πάντως από τη λογοτεχνική απόδοση της έσχατης κρίσης, αυτό που ενδιαφέρει είναι ότι ο ποιητής παρουσιάζει στο έργο του ένα μελλοντικό γεγονός που μόνο οι άνθρωποι που πιστεύουν στα κηρύγματα του χριστιανισμού το αποδέχονται.
Παράλληλα, θα πρέπει να τονίσουμε ότι για κάποιους μελετητές ακόμη και η παρουσίαση της Φεγγαροντυμένης αποτελεί έκφραση της θρησκευτικότητας του ποιητή, καθώς θεωρούν ότι με τη μορφή αυτή ο ποιητής συμβολίζει την Παναγία. Οι αναφορές του Κρητικού για τη θεϊκή μορφή της Φεγγαροντυμένης, η ικανότητά της να βλέπει τις σκέψεις του ήρωα και η απόλυτη καλοσύνη που αποπνέει, αποτελούν ενδείξεις ότι η Φεγγαροντυμένη αποτελεί μια έκφανση της κυρίαρχης γυναικείας μορφής του χριστιανισμού, της Παναγίας. Ωστόσο, ακόμη κι αν οι προθέσεις του ποιητή δεν ήταν να ιδωθεί η Φεγγαροντυμένη ως η Παναγία, έχει αποδώσει σε αυτή τη μορφή, έστω και άθελά του, στοιχεία τόσο εξιδανικευμένης υπόστασης ώστε δεν υπάρχουν πολλές αντίστοιχες μορφές στη λογοτεχνία και στην παράδοσή μας. Επομένως, η αίσθηση που δημιουργείται σε ορισμένους μελετητές ότι και στη Φεγγαροντυμένη έχουμε την έκφραση μιας έντονης θρησκευτικότητας, θεωρείται δικαιολογημένη.

Ποιος ήταν ο αντίκτυπος της Επανάστασης του 1821 στο Σολωμό και πώς ενσωματώνεται στο συγκεκριμένο έργο;

Ο Διονύσιος Σολωμός, παρόλο που δε μετέχει ενεργά στην προσπάθεια των Ελλήνων για την απελευθέρωσή τους, θεωρεί ότι πρόκειται για έναν ιερό αγώνα και συγκλονίζεται παρακολουθώντας τις ηρωικές τους θυσίες. Η επανάσταση του 1821 εμπνέει τον ποιητή και διατρέχει το σύνολο σχεδόν του έργου του, με τα σημαντικότερα ποιήματά του να έχουν τον αγώνα αυτό ως κεντρικό τους θέμα, (Ύμνος εις την Ελευθερίαν, Εις το θάνατο του Λορδ Μπάιρον, Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι κ.ά.). Ο Σολωμός επιχειρεί με το δικό του τρόπο, με τη δύναμη του λόγου του, να τιμήσει τους Έλληνες αγωνιστές και να τους ενθαρρύνει στη σημαντικότερη ως τότε απόπειρά τους να διεκδικήσουν την ελευθερία τους. Η ελευθερία της πατρίδας και η θρησκεία, αποτελούν για το Σολωμό τα θεμέλια στα οποία στηρίζεται η ύπαρξη των Ελλήνων γι’ αυτό και οι ποιητικές του συνθέσεις προϋποθέτουν την απόλυτη πίστη στις αξίες αυτές.
Ο Κρητικός, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα εθνικά ποιήματα του Σολωμού, υπό την έννοια ότι ο ήρωας του ποιήματος είναι ένας από τους αγωνιστές της επανάστασης στην Κρήτη (Μα τες πολλές λαβωματιές που μόφαγαν τα στήθια / Μα τους συντρόφους πόπεσαν στην Κρήτη πολεμώντας), που εξαναγκάζεται να φύγει από την πατρίδα του για να σώσει την αρραβωνιαστικιά του, το μόνο πρόσωπο της ζωής του που διέφυγε της μανίας των Τούρκων, οι οποίοι σκότωσαν όλα τα υπόλοιπα άτομα της οικογένειάς του. Ο ήρωας του ποιήματος διατηρεί στη μνήμη του την αγάπη του για την πατρίδα του και κατά τη διάρκεια της διήγησής του μας υπενθυμίζει πόσο πολύ ποθούσε την απελευθέρωση από τους Τούρκους (Κι ετάραζε τα σπλάχνα μου ελευθεριάς ελπίδα / Κι εφώναζα: «ω θεικιά κι όλη αίματα Πατρίδα!») και πόσο υπέφερε από την αγριότητά τους (... Και την αυγή μου ρίξανε τη μάνα στο πηγάδι). Παράλληλα, η μορφή της Φεγγαροντυμένης για αρκετούς μελετητές είναι η εξιδανικευμένη παρουσίαση της Ελλάδας ή της θεοποιημένης Ελευθερίας, μιας και η πατρίδα και η απελευθέρωσή της αποτελούν τις θεμελιώδεις επιθυμίες του ήρωα κι είναι πιθανό ο ποιητής να παρουσιάζει το όραμα αυτό στον Κρητικό ως απάντηση στον πόθο της ψυχής του για τη σωτηρία της πατρίδας. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο Κρητικός ως ποιητική σύνθεση, ακόμη κι όταν κινείται σε θεματικές που δε σχετίζονται άμεσα με την επανάσταση, περιέχει διαρκώς αναφορές στην υπόδουλη Κρήτη, στο ναυάγιο που ήρθε ως αποτέλεσμα της προσπάθειας των Ελλήνων να ξεφύγουν από τους Τούρκους, αλλά και στην επιθυμία του Κρητικού αγωνιστή να δει την πατρίδα του ελεύθερη, γεγονός που μας βοηθά να εντάξουμε το ποίημα αυτό στις συνθέσεις του ποιητή που έχουν επηρεαστεί άμεσα από την επανάσταση των Ελλήνων.

Ποιες επιρροές από τη δημοτική ποίηση διακρίνετε στον Κρητικό;

Ο δημιουργός του Κρητικού είχε πάντοτε έναν ιδιαίτερο θαυμασμό για τη δημοτική μας ποίηση καθώς σε αυτή στράφηκε όταν θέλησε να γνωρίσει την ελληνική γλώσσα στη φυσική της μορφή και μέσω αυτής κατόρθωσε να προσεγγίσει καλύτερα τη λαϊκή σοφία. Ο Σολωμός πάντοτε θεωρούσε ότι μελετώντας, ακούγοντας και αναζητώντας τη δημοτική ποίηση θα μπορούσε αφενός να εμπλουτίσει τις γνώσεις του στην ελληνική γλώσσα κι αφετέρου θα μπορούσε να έρθει σ’ επαφή με την εκπληκτική ικανότητα των δημιουργών της δημοτική ποίησης για καίρια και ευσύνοπτη διατύπωση, που τόσο τον απασχολούσε. Τα δημοτικά μας τραγούδια συνδυάζουν τη λιτότητα στην έκφραση με μια απαράμιλλη ικανότητα να προκαλούν τη συγκίνηση στον ακροατή, καλύπτουν μια μεγάλη ποικιλία θεμάτων, χωρίς ποτέ να απομακρύνονται από τις λαϊκές αντιλήψεις και κατορθώνουν να διατηρούν αμείωτο το ενδιαφέρον παρά την πάροδο πολλών ετών από την πρώτη τους σύνθεση. Όλα αυτά είναι στοιχεία που ο Σολωμός ήθελε να περάσει και στις δικές του ποιητικές δημιουργίες κι αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στον Κρητικό.
Η στιχουργία του Κρητικού που είναι βασισμένη στον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο και φυσικά η χρήση της δημοτικής γλώσσας είναι στοιχεία που συναντάμε στη δημοτική ποίηση. Η αποφυγή των διασκελισμών και η ολοκλήρωση του νοήματος σε κάθε στίχο (απηρτισμένοι στίχοι), είναι επίσης βασικά στοιχεία της δημοτικής ποίησης.
Παράλληλα, ο ποιητής, αντλεί από τα δημοτικά τραγούδια και την τεχνική της σύνθεσης ανά τρία, και τη χρησιμοποιεί σε όλο το ποίημα, ξεκινώντας από την πρώτη κιόλας ενότητά του όπου αναφέρει ότι «τρία αστροπελέκια πέσανε». Έπειτα, στη δεύτερη ενότητα, όταν ο ήρωας ορκίζεται πως όσα θα πει είναι αλήθεια, δίνει τον όρκο του κλιμακωτά σε τρία σημαντικά για εκείνον στοιχεία: 1ο στις λαβωματιές που έχει δεχτεί, 2ο στους συντρόφους του που σκοτώθηκαν στην Κρήτη και 3ο στην αγαπημένη του, που προφανώς έχει και τη μεγαλύτερη αξία για τον Κρητικό. Στη συνέχεια, στην τέταρτη ενότητα, όταν ο Κρητικός προσπαθεί να θυμηθεί που έχει ξαναδεί τη μορφή της Φεγγαροντυμένης αναφέρει τρεις πιθανές επιλογές: Κάν σε ναό ζωγραφιστή με θαυμασμό περίσσο, / Κάνε την είχε ερωτικά ποιήσει ο λογισμός μου, / Καν τ’ όνειρο, όταν μ’ έθρεφε το γάλα της μητρός μου. Τέλος, στην πέμπτη ενότητα, όταν ο ήρωας του ποιήματος επιχειρεί να περιγράψει τον ήχο που άκουγε, μας αναφέρει τρεις διαφορετικούς ήχους, από τους οποίους ο ήχος που άκουγε εκείνος ήταν κατά πολύ γλυκύτερος και θελκτικός. Λέει, λοιπόν, πώς δεν ήταν σαν το γλυκό τραγούδι ερωτευμένης κοπέλας, ούτε σαν το κελαΐδισμα του αηδονιού, κι ούτε σαν τον ήχο που κάνει το φιαμπόλι (το σουραύλι, το αυτοσχέδιο πνευστό όργανο των βοσκών).
Επίσης, όπως στις παραλογές συναντάμε τις δοκιμασίες που βιώνουν οι ήρωες για χάρη της αγάπης, έτσι και στη σύνθεση του Σολωμού βρίσκουμε μια εκτενή τριπλή δοκιμασία του ήρωα, η οποία βέβαια έχει εντελώς διαφορετική βάση, καθώς ο ποιητής επιχειρεί με αυτή να αναδείξει την υψηλή ηθική δύναμη του Κρητικού, αποτελεί εντούτοις μια ακόμη συσχέτιση του Κρητικού με τη δημοτική ποίηση. Όπως, άλλωστε, και το θέμα του αδυνάτου που εντοπίζουμε στον Κρητικό, που αποτελεί μια βασική θεματική στα δημοτικά μας τραγούδια. Συγκεκριμένα, στην τέταρτη ενότητα, η εμφάνιση της Φεγγαροντυμένης, η οποία φωτίζει με την παρουσία της τη νύχτα: «Τότε από φως μεσημερνό η νύχτα πλημμυρίζει». Η ίδια η Φεγγαροντυμένη, φυσικά, είναι στοιχείο που μας παραπέμπει στις νεράιδες των δημοτικών τραγουδιών, αλλά και στις λοιπές υπερφυσικές παρουσίες που εντοπίζουμε συνήθως στις παραλογές.
Ένα ακόμη στοιχείο που συναντάμε στον Κρητικό και θυμίζει έντονα δημοτική ποίηση είναι το τμήμα του ποιήματος που αναφέρεται στην έσχατη κρίση των ψυχών, και στην περιπλάνηση του ήρωα στον Παράδεισο, όπου βλέπουμε αφενός τον Παράδεισο παρουσιάζεται με πολλές ομοιότητες με τη γη κι αφετέρου βλέπουμε τους νεκρούς να μιλάνε σαν να είναι ζωντανοί.

Ποια χαρακτηριστικά της Επτανησιακής Σχολής αναγνωρίζετε στον Κρητικό;

Τα κοινά χαρακτηριστικά της ποιητικής έκφρασης των Επτανησίων συνοψίζονται, όπως είχε επισημάνει ήδη ο Παλαμάς, στη λατρεία της θρησκείας, της πατρίδας και της γυναίκας. Σ’ αυτές θα πρέπει να προστεθεί και η λατρεία της φύσης. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορούμε να τα εντοπίσουμε και στον Κρητικό του Σολωμού, καθώς ο ποιητής έχει συνδυάσει όλες αυτές τις θεματικές στην ποιητική του σύνθεση.
Αναλυτικότερα, μπορούμε να διακρίνουμε τη λατρεία της φύσης να διατρέχει ολόκληρο το ποίημα καθώς ο ήρωας είτε ως ναυαγός είτε στην πατρίδα του την Κρήτη, κινείται πάντοτε στο φυσικό του περιβάλλον και φροντίζει να υμνεί την ομορφιά της φύσης γύρω του. Για παράδειγμα στην τρίτη ενότητα [20], όταν η τρικυμία κοπάζει και η θάλασσα ηρεμεί ο Κρητικός σχολιάζει «Κάτι κρυφό μυστήριο εστένεψε τη φύση / Κάθε ομορφιά να στολιστεί και το θυμό ν’ αφήσει.». Ο Κρητικός βλέπει και αναγνωρίζει πάντοτε την ομορφιά της φύσης μιας κι έχει μεγαλώσει έχοντας στενή σχέση με το φυσικό του περιβάλλον και νιώθει τη φύση ως αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του. Σε αντίθεση με τους σύγχρονους ανθρώπους της πόλης οι άνθρωποι παλιότερα ζούσαν κάθε στιγμή της ζωής τους σε στενή συνάρτηση με τη φύση γι’ αυτό και αγαπούσαν κάθε έκφανσή της καθώς αναγνώριζαν σε αυτή μια θεϊκή σοφία. Ο Κρητικός έχει περάσει τη ζωή του έχοντας διαρκώς άμεση επαφή με τη φύση γύρω του, γι’ αυτό και οι αναμνήσεις του είναι συνυφασμένες με το φυσικό του περιβάλλον. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ως προς αυτό είναι το σημείο της πέμπτης ενότητας [22] όπου ο ήρωας θέλοντας να παρουσιάσει τον γλυκύτατο ήχο που συγκλονίζει την ψυχή του, ανατρέχει στο παρελθόν του και θυμάται τις στιγμές που μόνος του στον Ψηλορείτη, όταν ένιωθε τον πόνο να τον κατακλύζει, άκουγε το φιαμπόλι, «Κι έβλεπα τ’ άστρο τ’ ουρανού μεσουρανίς να λάμπει / Και του γελούσαν τα βουνά, τα πέλαγα κι οι κάμποι». Πηγαίνει στον Ψηλορείτη για να ηρεμήσει τον πόνο της ψυχής του κι εκεί θαυμάζει την ομορφιά του τόπου του, που μοιάζει να χαμογελά δεχόμενο την ευλογία του ήλιου. Βλέπουμε, επομένως, ότι η λατρεία της φύσης είναι δεδομένη σε μια ποιητική σύνθεση όπως αυτή, μιας και ο ήρωας της είναι ένας άνθρωπος δεμένος με τον τόπο του κι έτοιμος να αφεθεί στην ομορφιά της φύσης, ακόμη κι όταν αισθάνεται πόνο στην ψυχή του.
Η λατρεία της γυναίκας είναι μια από τις θεματικές που κυριαρχούν στον Κρητικό, όχι μόνο γιατί ο ήρωας έχει ως βασικό του στόχο να σώσει την αρραβωνιαστικιά του, αλλά και γιατί η βασικότερη έκφανση των δοκιμασιών του ήρωα είναι αυτή της Φεγγαροντυμένης. Ο Σολωμός θέλοντας να δείξει την ένταση των πειρασμών που δοκιμάζουν την ψυχική δύναμη και τη θέληση του ήρωα, παρουσιάζει τη Φεγγαροντυμένη ως τη γυναίκα που διαθέτει όλα εκείνα τα χαρίσματα που μπορούν να καλύψουν κάθε ανάγκη του ήρωα. Ο Κρητικός είναι σχεδόν αδύνατο να αντισταθεί στη γυναίκα αυτή που μοιάζει να είναι ιδανική από κάθε άποψη «Κι ομπρός μου ιδού που βρέθηκε μια φεγγαροντυμένη / Έτρεμε το δροσάτο φως στη θεϊκιά θωριά της / Στα μάτια της τα ολόμαυρα και στα χρυσά μαλλιά της.». Ο ποιητής κατορθώνει με μια διαρκή αντιπαραβολή της Φεγγαροντυμένης με τη φύση να πλάσει μια εξιδανικευμένη εικόνα και να μας χαρίσει μια από τις πλέον μαγευτικές γυναικείες μορφές που διαθέτει η λογοτεχνία μας «Κι έδειξε πάσαν ομορφιά και πάσαν καλοσύνη / Τότε από φως μεσημερνό η νύχτα πλημμυρίζει».
Η λατρεία της θρησκείας είναι παρούσα στον Κρητικό από την δεύτερη κιόλας ενότητα [19] όπου ο Κρητικός με μια πρόληψη στην αφήγησή του περνά στον παράδεισο τη στιγμή της δευτέρας παρουσίας και αναζητά την αγαπημένη του. Η αφήγηση του Κρητικού μας παραπέμπει αφενός σε εκκλησιαστικά κείμενα απ’ όπου και αντλεί στοιχεία για το πώς της δευτέρας παρουσίας του Κυρίου και αφετέρου αποδεικνύει την πίστη του ποιητή στη θρησκευτική μας παράδοση.
Αναφορά στη θρησκεία μπορούμε βέβαια να εντοπίσουμε και στην τέταρτη ενότητα [21] όπου ο Κρητικός προσπαθώντας να ανακαλέσει στη μνήμη του τη μορφή της Φεγγαροντυμένης που του είναι τόσο οικεία, αναρωτιέται μήπως την έχει δει σε κάποιο ναό ζωγραφισμένη «Καν σε ναό ζωγραφιστή με θαυμασμό περίσσο», δίνοντας έτσι την αίσθηση της θεϊκότητας στη Φεγγαροντυμένη και αποκαλύπτοντας παράλληλα τη θρησκευτικότητα του ήρωα.
Ο Σολωμός διαπλέκει στην ποιητική του σύνθεση τη φύση, τη θρησκεία και τη γυναίκα, με τη φυσικότητα που προκύπτει σ’ έναν άνθρωπο που τις έννοιες αυτές της θεωρεί ως βασικά στοιχεία της ζωής του και της παράδοσής του. Γεγονός που σημαίνει ότι για τον ποιητή η θρησκευτικότητα δε χρειάζεται καν να αναφερθεί για να θεωρηθεί δεδομένη, μιας και ο Σολωμός δε θα μπορούσε ποτέ να δει και να κατανοήσει τον κόσμο γύρω του χωρίς την αναμφισβήτητη παρουσία του Θεού και της πρόνοιάς του σε κάθε τι. Τα στοιχεία που εμείς αναζητούμε στην ποιητική του σύνθεση δεν είναι άλλα από τα στοιχεία που συνθέτουν την κοσμοθεωρία του ποιητή και που διατρέχουν τη σκέψη του ως κάτι το απολύτως δεδομένο και φυσικό. Ο ποιητής αυτός δε θα μπορούσε να κατανοήσει ένα κόσμο χωρίς το Θεό, όπως και δε θα μπορούσε να κατανοήσει ένα κόσμο που να μη βασίζεται στην αγάπη για την πατρίδα του. Πώς θα μπορούσε ο Κρητικός να μην έχει την αγάπη για την πατρίδα του ως θεμελιώδη άξονα της ζωής του και πώς θα μπορούσε η σκέψη του να μην είναι αδιάσπαστα συνδεδεμένη με το καλό της πατρίδας του.
Η λατρεία της πατρίδας γίνεται εμφανής τόσο στο σημείο όπου ο ήρωας θυμάται τα χτυπήματα που δέχτηκε η οικογένειά του από τους Τούρκους στην τέταρτη ενότητα [21] κι ο ήρωας γεμίζει τις χούφτες του με ιερό χώμα από την πατρίδα του και φεύγει «Μακριά ‘πο κείθ’ εγιόμισα τες φούχτες μου κι εβγήκα», όσο και στην πέμπτη ενότητα [22] όπου ο ήρωας συγκλονίζεται από τον πόνο που του προκαλεί η σκλαβιά της πατρίδας του και η ελπίδα ότι κάποτε θα κατορθώσουν να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό «Κι ετάραζε τα σπλάχνα μου ελευθερίας ελπίδα / Κι εφώναζα: “ω θεϊκιά κι όλη αίματα Πατρίδα!”».
Στην εισαγωγή του σχολικού βιβλίου της Α΄ Λυκείου για την Επτανησιακή σχολή αναφέρεται επίσης ότι υπάρχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά στο περιεχόμενο και στη μορφή της ποίησης των Επτανησίων, που μας επιτρέπουν να μιλούμε για μια ιδιαίτερη «σχολή», την Επτανησιακή, όπου το τοπικό στοιχείο εκφράστηκε με δικό του τρόπο, αφού διασταυρώθηκε γόνιμα με τις παρακάτω επιδράσεις: α) της ιταλικής και γενικότερα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, β) της κρητικής λογοτεχνίας (είναι γνωστό ότι μετά την πτώση της Κρήτης το 1669 πολλοί Κρητικοί κατέφυγαν στα Επτάνησα μεταφέροντας και τα πολιτιστικά στοιχεία της ζωής τους), γ) του δημοτικού τραγουδιού και δ) του ποιητικού έργου του Βηλαρά και του Χριστόπουλου.
Συνοπτικά μπορούμε να πούμε για τα στοιχεία αυτά ότι: η επίδραση του Βηλαρά και του Χριστόπουλου θεωρείται δεδομένη υπό την έννοια ότι, όπως έλεγε χαρακτηριστικά και ο Ιάκωβος Πολυλάς, οι ποιητές αυτοί υπήρξαν πρόδρομοι του Σολωμού, καθώς τα ρομαντικά στοιχεία στη γραφή τους, η χρήση της δημοτικής γλώσσας, οι επιρροές που δέχτηκαν από την ιταλική ποίηση, η ιδιαίτερη φροντίδα του στίχου τους και η επαφή που είχαν με τη δημοτική παράδοση, είναι σαφώς στοιχεία που μπορούμε να ανιχνεύσουμε και στο έργο του Σολωμού.
Η επίδραση της κρητικής λογοτεχνίας γίνεται κυρίως αντιληπτή μέσω της επαφής που παρουσιάζει η σύνθεση του Σολωμού με τον Ερωτόκριτο του Κορνάρου, καθώς ο Σολωμός παραδειγματίζεται από το κείμενο αυτό τόσο ως προς το μέτρο και τη στιχουργική του σύνθεση, όσο και ως προς την πρόθεση του Σολωμού να ανταποκριθεί στο υψηλό επίπεδο που θέτει το αριστούργημα του Βιτσέντζου Κορνάρου.
Ο Σολωμός επίσης επηρεάστηκε από τα δημοτικά τραγούδια καθώς αφενός θέλησε να περάσει στη δική του ποιητική σύνθεση την έκφραση του λαϊκού αισθήματος και τη γνησιότητα του λόγου που συναντάμε στη δημοτική παράδοση, και αφετέρου σε επιμέρους θέματα όπως είναι το μέτρο και η ύπαρξη του θέματος των τριών (τρία αστροπελέκια, κλιμάκωση του όρκου του Κρητικού σε τρία σκέλη κ.α.)
Τέλος, η επίδραση της ιταλικής καθώς και της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας είναι εμφανής στο περιεχόμενο του ποιήματος, μιας και διάφορες θεματικές του Κρητικού μοιάζουν να είναι αντλημένες από την ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Για παράδειγμα, ο οραματισμός της έσχατης κρίσης, η έντονη παρουσία της φύσης και η εμπλοκή της στην εξέλιξη του μύθου, η Φεγγαροντυμένη που θυμίζει τις νύμφες της ιταλικής λογοτεχνίας κ.α.


Από ποια πραγματικά γεγονότα είναι εμπνευσμένο το ποίημα Ο Κρητικός;

Το ιστορικό πλαίσιο του Κρητικού είναι βασισμένο στα γεγονότα της κρητικής επανάστασης του 1821 και ιδιαίτερα στην αρνητική τροπή που πήραν τα γεγονότα για τους Έλληνες από το 1823 και μετά. Στις αρχές Ιουνίου 1823 έφτασε στην Κρήτη ως νέος διοικητής του αιγυπτιακού στρατού ο Χουσεΐν βέης, με νέες στρατιωτικές δυνάμεις και άφθονο πολεμικό υλικό. Η ταχύτατη κίνηση του τουρκοαιγυπτιακού στρατού και η καταστροφή χωριών δημιούργησαν βαρύ κλίμα απαισιοδοξίας. Η κατάληψη της Μεσαράς και έπειτα των Σφακίων από τους Τούρκους στα 1823-24, οδήγησαν στη φυγή χιλιάδων Χριστιανών με πλοία από τη νότια και δυτική Κρήτη προς τα Κύθηρα, τα Αντικύθηρα και την Πελοπόννησο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου